«Η γυναίκα της Ζάκυθος» – Θέατρο Κολωνού 15/7/2020
από Ευμορφία Καλύβα

* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *

Η  παράσταση του Δήμου Αβδελιώδη, που διακρίθηκε από το κοινό και την κριτική στο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ, 2013, επανέρχεται σε νέα προσέγγιση με την  ηθοποιό Κατερίνα Γκατζόγια.
Συντελεστές:
Δήμος Αβδελιώδης: Διδασκαλία Ερμηνείας, Θεατρική προσαρμογή–Σκηνοθεσία

Βαγγέλης Γιαννάκης: Μουσική Σύνθεση
Αριστείδης Πατσόγλου: Σχεδιασμός Ενδύματος, Μακέτες
Φοίβος Αβδελιώδης: Φωτογραφίες
Ερμηνεύει η Κατερίνα Γκατζόγια
«Η γυναίκα της Ζάκυθος» – Θέατρο Κολωνού 15/7/20


 «Ἐγὼ Διονύσιος Ἱερομόναχος, ἐγκάτοικος στὸ ξωκλήσι τοῦ Ἁγίου Λύπιου.
Καὶ ἤτανε καλοκαίρι, καὶ ἦταν ἡ ὥρα ὁποὺ θολώνουνε τὰ νερά…
Καὶ οἱ δίκαιοι κατὰ τὴ θεία Γραφὴ πόσοι εἶναι;
Ἔπειτα θέλοντας νὰ ἀριθμήσω τοὺς ἀδίκους… Καὶ ὁ νοῦς μου ἐζαλίστηκε ἀπὸ τὸ μεγάλον ἀριθμό· ὅμως μὲ παρηγοροῦσε τὸ νὰ βλέπω πὼς καθένας κάτι καλὸ εἶχε ἀπάνου του.
Καὶ μοῦ ἦρθε στὸ νοῦ μου, περσότερο ἀπὸ ὅλους αὐτούς, ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυνθος, ἡ ὁποία πολεμάει νὰ βλάφτει τοὺς ἄλλους μὲ τὴ γλώσσα καὶ μὲ τὰ ἔργατα, καὶ ἦταν ἔχθρισσα θανάσιμη τοῦ ἔθνους.
Καὶ γυρεύοντας νὰ ἰδῶ ἐὰν μέσα σὲ αὐτὴν τὴν ψυχή, εἰς τὴν ὁποίαν ἀναβράζει ἡ κακία τοῦ Σατανᾶ, ἂν ἔπεσε ποτὲ ἡ ἀπεθυμιὰ τοῦ παραμικροῦ καλοῦ, ἔπειτα ποὺ ἐστάθηκα νὰ συλλογιστῶ καλά, ὕψωσα τὸ κεφάλι μου καὶ τὰ χέρια μου στὸν οὐρανὸ καὶ ἐφώναξα: Θέ μου, καταλαβαίνω πὼς γυρεύω ἕνα κλωνὶ ἁλάτι μὲς στὸ θερμό.
Καὶ εἶδα πῶς ἐλάμπανε ἀπὸ πάνου μου ὅλα τ᾿ ἄστρα, καὶ ἐξάνοιξα τὴν Ἀλετροπόδα, ὅπου μὲ εὐφραίνει πολύ…»

Το ημιτελές και νεανικό έργο του σπουδαίου εθνικού μας Διονύσιου Σολωμού που δεν ξέρουμε πόσο ακόμη πιο αριστουργηματικό θα ήταν αν είχε ολοκληρωθεί  «Ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυθος». Γυρεύει ἕνα κλωνὶ ἁλάτι μὲς στὸ θερμό και ο ποιητικός Δήμος Αβδελιώδης, που μέσα στη συνολική λιτότητα του έργου του σωστά επέλεξε την Κατερίνα Γκατζόγια, να αναδείξει με τα λιγοστά τα πλείστα.

Ένα δύσκολο έργο που μιλά σε ορατούς ρόλους, Ιερομόναχος, γυναίκα της Ζάκυθος και λιγοστά Μεσολογγίτισσες, μα και σε ρόλο αφηγητή να βρίσκεται ταυτόχρονα παρών και απών. Τη λιτότητα του έργου ακολουθεί και η χαρακτηριστική και μαζί συμβολική ενδυματολογία του Αριστείδη Πατσόγλου, να θυμίζει τις δυο όψεις την αληθινή, μα και όλο το κρυμμένο καλό της καρδιάς της γυναικός αυτής.
Εντυπωσιακή οφείλουμε να πούμε είναι η έναρξη της παράστασης με την μουσική του Βαγγέλη Γιαννάκη που επιβλητικά καθιστά ησυχία στο χώρο, αλλά ακολουθεί και την ροή του έργου με αρμονία.

Ἐγὼ Διονύσιος Ἱερομόναχος…
Ετούτης της γυναικός της Ζάκυθος, το σώμα καχεκτικό κι αδύνατο περιγράφεται ως ήταν η κατοικία της ψυχής της, γυναίκα πονηρή κι αμαρτωλή ακόμη και σιωπώντας…
Εμπρός στις Μεσολογγίτισσες πως εκφράζεται με τόση σκληρότητα σα ξένες, κι απάνθρωπα με λόγια τις μαστιγώνει πως
«Αὔριο πέφτει τὸ Μισολόγγι, βάνουνε σὲ τάξη τὴν Ἑλλάδα τὴ ζουρλὴ οἱ βασιλιάδες, εἰς τοὺς ὁποίους ἔχω ὅλες μου τὲς ἐλπίδες, καὶ ὅσοι μείνουνε ἀπὸ τὸν ξολοθρεμὸ ἔρχονται στὴ Ζάκυνθο νὰ τοὺς θρέψουμε, καὶ μὲ τὴν κοιλιὰ γιομάτη μας βρίζουνε».
Οι γυναίκες του Μεσολλογγίου διακονεύουν…
«Ἀλλὰ ἐγὼ ἔχω δουλειά. Ἀκοῦστε; ἔχω δουλειά». Και φωνάζοντας τέτοια δεν ήτανε πλέον το τριπίθαμο μπουρίκι… γιατὶ ασηκώθηκε με μεγάλο θυμό στην άκρη των ποδιών…
«…ἐγκρίλωσε τὰ μάτια, καὶ τὸ ἄβλαφτο μάτι ἐφάνηκε ἀλληγορικὸ καὶ τὸ ἀλληθώρικο ἔσιαξε…»
«…Ἐτότες ἡ γυναίκα τῆς Ζάκυνθος βάνοντας τὴν ἀπαλάμη ἀπάνου στὴν καρδιά της καὶ ἀναστενάζοντας δυνατά, εἶπε:
Πως μοῦ χτυπάει, Θέ μου, ἡ καρδιά, ποὺ μοῦ ἔπλασες τόσο καλή!…»

Την έχουμε δει και σε άλλες παραστάσεις πόσο προσηλώνεται και πάλι αναδύεται μέσα από το ίδιο το ρόλο της. Εδώ την βλέπουμε να εναλλάσσεται έντεχνα η Κατερίνα Γκατζόγια, ανάμεσα στους διαφορετικούς και αντιθετικούς ρόλους, σε μια καταπληκτική ερμηνεία που δεν ξέφυγε από το όλο που ήταν τελικά ένα.
Η Κατερίνα Γκατζόγια είναι αριστοτεχνικά την ίδια ώρα, ο καλά καλυμμένος αφηγητής με τις αλληγορίες και το λυρικό του λόγο, ο σεμνός και ταπεινός Ιερομόναχος με το χαμηλόφωνο τόνο της αυτοσυνειδησίας και μαζί της ανησυχίας του κόσμου και παράλληλα, από την άλλη στον τριπλό ρόλο, βγαίνει απέναντι στον εαυτό της η ερμηνεύτρια. Η έξαρση, η χυδαιότητα και η σοκαριστική ανακάλυψη του αληθινού εαυτού, με τελική κατάληξη το παραλήρημα της γυναικός της Ζάκυθος και του οράματος της προφητείας που αποκαλύφθηκε.
Μισή η ερμηνεύτρια μέσα από τον καθρέφτη ως Ιερομόναχος και μισή έξω από αυτόν, στην ψευδαίσθηση της εικόνας των νεκρών να παραληρεί.
Σε ένα πολύ δύσκολο ρόλο δίχως αμφιβολία, που απορρόφησε στη σκηνή κάθε κύτταρο των θεατών κάνοντάς τους να αγνοούν κάθε εξωτερικό ήχο του ανοιχτού θεάτρου!
Δεν αμφιβάλλω καθόλου πως ο ρόλος του σκηνοθέτη ήταν καθοριστικός να μας αποδείξει την αρχική σκέψη-ελπίδα του συγγραφέα, τη συνύπαρξη του άρρωστου και καχεκτικού “δημοφιλούς” εαυτού και του “καλού” που αξιώνεται τη θεραπεία του από το θεϊκό.  

Ἐγὼ Διονύσιος Ἱερομόναχος…
Η προφητεία με τους πολιορκούμενους και πολιορκημένους του Μεσολογγίου και όλα τα έργα τους και όλα τα πάντα τα κατασκέπαζε μαυρίλα και πίσσα». Μία γυναίκα φωτισμένη απὸ μίαν ακατάπαυστη σπιθοβολή με μια λύρα στο χέρι που σταμάτησε ανάερα μες στην καπνούρα. Και σταμάτησε η γυναίκα μες στην καπνούρα και κοίταζε τη μάχη, και η μύρια σπίθα που πετιέται ψηλά εγγίζει το φόρεμά της και σβένεται.

Οι πολιορκημένοι να γενούν ελεύθεροι, ο εθνικός μας ποιητής πάντα ονειρευόταν με τόλμη τον δρόμο προς την ελευθερία. Η αλληγορία των ανέκαθεν πολιορκημένων από τους διοικητές εξάλλου υποβόσκει στην ερμηνεία επί του παρόντος…
Είναι μεγάλη η δυσκολία, ίσως και τολμηρή, να ερμηνεύσεις ένα τέτοιο έργο ημιτελές, γνωρίζοντας όμως τον συγγραφέα που κυλά στις φλέβες μας από τα γεννοφάσκια μας, θα τολμούσα να πω πως ο δρόμος προς την ελευθερία ξεκινά από τον καθρέφτη. Εκεί που αντικρίζουμε τον ίδιο μας τον εαυτό και γινόμαστε «τρελοί», θεραπευτές και δήμιοι μαζί.

Το Δήμο Αβδελιώδη σκηνοθέτη, σεναριογράφο, ηθοποιό και παραγωγό, που έχουμε δει και σε άλλα του έργα ξεχωριστά, Το δέντρο που πληγώναμε, Νίκη της Σαμοθράκης, Η εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων, καταφέρνει να μας κρατά με την καλλιτεχνική του ποιητικότητα συγχρονισμένους ανάμεσα στην παράδοση και το παρόν, ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και τον ρόλο, ανάμεσα στο υπαρκτό και το επιθυμητό. Το μαρμάρινο ημικύκλιο του ανοιχτού θεάτρου, η πράσινη φύση πίσω από τη σκηνή και ο έναστρος ουρανός ήταν μέρος του συνόλου, που ο σκηνοθέτης με τόση απλότητα επέλεξε, να κινείται διαρκώς στην ευθεία του φωτός, ενός φωτεινού μονόδρομου που σχεδίαζε στη σκηνή. Ενός μονόδρομου της αναζήτησης του φωτός και της ελευθερίας που κερδίζει η ίδια η αναζήτηση.

 Ἐγὼ Διονύσιος Ἱερομόναχος…
Ο Ιερομόναχος και η γυναίκα θεατές μαζί στην αποκάλυψη. Οι δυο νεκροί γονείς παρόντες με την τρίδιπλη κατάρα. Στην συνειδητοποίηση της κακίας έρχεται το τέλος που ζητά δικαιοσύνη από το ίδιο το χέρι του Θεού, και Αλήθεια κατεβάζει Αγίους και την Παναγιά και εμπρός στον καθρέφτη, οι δυο όψεις και η αληθινή και η μέλλουσα και η κατάρα και όλο το κρυμμένο καλό της καρδιάς της. Τα τρία προσώπατα της Αγίας Τριάδας και η στερνή  θεραπεία της γυναίκας.

Σα να έχασε τα λογικά της όταν αντίκρισε τον εαυτό της στον καθρέφτη, και είπε:
«Ἀκλούθα με απὸ πίσω απὸ τον καθρέφτη, να σου κάμω το ψυχικό, να  δω σου μείνει φωνή να πεις πως είναι ζουρλή.»

Είναι έτσι η κίνηση που πάει εμπρός και πάλι παλινδρομεί πίσω και μετρά τα οκτώ βήματα ωσάν τα οκτώ κεφάλαια μέχρι να φτάσουν τα δυο Ύστερα του έργου, ως τα ύστερα της αυτοθεραπείας. Εσείς την εφουρκίσατε μα στην ελευθερία οδηγείται η αποκάλυψη

Πως μοῦ χτυπάει, Θέ μου, ἡ καρδιά, ποὺ μοῦ ἔπλασες τόσο καλή!

Μια εικόνα που ο σκηνοθέτης με την μία και μοναδική ενδυματολογία, υπενθυμίζει από την πρώτη κιόλας στιγμή της εμφάνισης της ηθοποιού στη σκηνή, έως την τελευταία.

Ἐγὼ Διονύσιος Ἱερομόναχος…
Έκαμα δέηση για  να  της πάψει την κακία ὁ Κύριος, γιὰ τὸ λίγο ἀκόμη πὄχει νὰ ζήσει, καὶ νὰ τῆς πάψει ἡ κακία.
Καὶ τελειωμένη ἡ δέηση ἐκοίταξα πίσω από τον καθρέφτη «…καὶ εἶδα τὴ γυναίκα τῆς Ζάκυνθος ποὺ ἐκρεμότουνα καὶ ἐκυμάτιζε.»
«…Τὰ κρίματά σας σᾶς ἐσύρανε ἐδῶ. Τοῦτος ὁ τόπος εἶναι κεραυνοκράχτης, γιατὶ ὁ θεὸς τὸν μισάει. Ὄξω ἀπὸ δῶ, ὄξω ἀπὸ δῶ!…»
«…Βάλτε τὸ χέρι στὴ συνείδησή σας, …καὶ ἰδέστε τί μπορεῖ νἄβγει ἐὰν μείνετε. Ἡ διοίκηση σᾶς γνωρίζει καὶ βρίσκοντάς σας ἐδῶ θέλει πεῖ πὼς τὴν ἐφουρκίσετε ἐσεῖς».

 

Ευμορφία Καλύβα


Ευμορφία Καλύβα (Ποιήτρια – Γεωλόγος) – Βιογραφία