Γη της Ιωνίας
Κυρά μου εσύ κι αρχόντισσα, πετράδι και στολίδι
της Ιωνίας ακριβό στο χέρι δαχτυλίδι.
Γλυκιά λαλιά ελληνική σπέρνεις στη Μικρασία
μα η ομορφιά σου σύρθηκε για το βωμό θυσία.
Άστραψε στο λευκό λαιμό το φονικό μαχαίρι
στον ουρανό φτερούγισες σαν άσπρο περιστέρι.
Παραδομένα στη σφαγή μείνανε τα παιδιά σου
να αποσώσουν τη στερνή πικρή μεταλαβιά σου.
Ποτάμι μαύρο της φωτιάς στη θάλασσα τα σπρώχνει
του λυτρωμού και του σωσμού κάθε ελπίδα διώχνει.
Στις φλόγες σπίτια πατρικά, τα δάκρυα στεγνώνουν
διψούν για αίμα ελληνικό οι Τσέτες που ζυγώνουν.
Εχθροί οι φίλοι οι παλιοί άλλου το χέρι απλώνουν
της προσφυγιάς τη μαχαιριά στην πλάτη μας καρφώνουν.
Θανατικό, λυγμός βουβός, θρήνος στην προκυμαία
μαύρο στη βάρκα μας πανί, μεσίστια σημαία.
Ο αδερφός στην ορφανιά άλλου το βλέμμα στρέφει
άπλωσε, μάνα, τα φτερά να σκορπιστούν τα νέφη.
Κι αν ρήμαξε η ζήση μας στη γη της Ιωνίας
το σπόρο να ριζώσουμε στη γη της αγωνίας.