Η ποίηση σήμερα.
Ο αυτοπροσδιορισμός του ποιητή
και η θέση του στην εξέλιξη της κοινωνίας.
* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *
Η ποίηση στις μέρες μας φυγοκεντρίζεται σε μια διαδικασία που ρέπει σε διπολισμό. Πρακτικά η φυγή είναι η μόνη λύση, όπως ήταν πάντοτε. Η φυγή προς την πραγματική φύση, την ελεύθερη έκφραση και την ανοξείδωτη πληγή, δυσφορεί μέσα στα αστικά αρχιτεκτονικά στολισμένα τσιμέντα, από όσα καλούπια κι αν περάσουν. Το αιθέριο συναίσθημα της έκφρασης και δημιουργίας είναι η μόνη ανακούφιση σε αυτήν τη ρευστότητα, σε αυτή την εν βρασμώ κοινωνία αλλά και… διαπιστωτική ατέλεια που χαρακτηρίζει την εποχή.
Η ποίηση πάντοτε καταφύγιο που ανακουφίζει τις ρέουσες πληγές, κι όπως αναφώνησε ο ποιητής Κώστας Καρυωτάκης:
«Μας διώχνουνε τα πράγματα, κ’ η ποίησις είναι το καταφύγιο που φθονούμε».
Μιλάμε και γράφουμε ως να κάνουμε ακόμη μια μακρόχρονη ψυχανάλυση, επώδυνη και μάταιη. Βρισκόμαστε σε αναμονή της συνειδητότητας του αντίπαλου δέους που δεν επιτρέπει τη σκιαγράφηση μιας σωτήριας ουτοπίας, και η οποία θα έσωζε τον κόσμο από αυτόν το μαύρο βυθό που όλο και πιο βαθιά βυθίζεται. Βάπτισμα και καθαρτήριο γίνεται η ποίηση για τον συγγραφέα, αλλά και για τον αναγνώστη όταν η αυτοσυνειδησία είναι φανερή, αλλά ακόμη κι αν δεν είναι ξεκάθαρη αλλά αισθητή, η αισθητική αντίληψη προς το «ωραίο». Η απτότητα του λόγου είναι η αρχή προς την κοινωνική εξωστρέφεια και συνειδητότητα και αυτή η οποία θα τον κάνει πιο ελκυστικό στην έξω από αυτόν ματιά.
Τολμώντας να κάνω μικρές διαπιστώσεις και δίχως παράτολμα πρόωρα συμπεράσματα, θα πω πως ταλαντεύεται η σύγχρονη ποίηση, με έντονη ροπή προς δυο άκρα. Πότε στην εσωτερικότητα και την υπαρξιακή αναζήτηση και πότε στο θυμικό ενάντια στο κοινωνικό άνευρο παλμό της εποχής της κρίσης.
Εάν πάψουμε να αναζητούμε τις απαντήσεις σε συνωμοσίες, αλλά στραφούμε στο εσωτερικό μας ιδίωμα και εργαστούμε πάνω σε αυτό, οι διαπιστώσεις θα αποτελέσουν την «αυτογνωσία» και τη «διάγνωση» των αιτιών. Όντας η ποίηση μέρος της κοινωνικής πραγματικότητας υπόκειται και αυτή σήμερα σε μια αβεβαιότητα, τι να κρατήσει και από που να κρατηθεί. Η σκέψη και η γραφή περιέχει τη λογική, πότε απτή και πότε αφαιρετική, επιμένει να περιέχει όμως και το συναίσθημα και τη βούληση προς το επιθυμητό. Είναι νωπή η μνήμη όσων υπέφεραν οι Έλληνες τα δύσκολα κι επώδυνα τελευταία ιστορικά χρόνια. Αθροιστικά με την πρόσφατη ανασφάλεια που προκάλεσε η οικονομική κρίση, πολλαπλασιάζουν την αβεβαιότητα. Το κοινωνικό αίσθημα είναι και οφείλει να είναι ενωτικό προνόμιο όλων και όχι κάποιων και μάλιστα ακραίων, από όποιο χώρο κι αν προέρχονται. Σε αναμονή μιας ισορροπίας, τόσο οικονομικής όσο και πολιτιστικής, ο ποιητικός λόγος ρέπει προς τη διαμαρτυρία και την καταγραφή διαπιστώσεων ατομικής δυσφορίας. Είναι έκδηλη η κοινωνική ανησυχία της ποίησης, η οποία γίνεται εμφανής με την πρόθεση του ποιητή να υπερβεί την αποστειρωμένη ιδιωτικότητά του και τη διάθεση να διεκδικήσει με ποιητικό λόγο. Η δραστικότητα της όμως της ποίησης και ο ρόλος που μπορεί να παίξει, απαιτεί να μην αρκείται στη διαπίστωση αλλά η στοχαστικότητα και η αισθητική του λόγου να αντανακλά προς τα έξω μια κοινωνική συνειδητότητα περισσότερο ελκυστική, άμεση και σαφής. Μια σημείωση που μπορώ να κάνω είναι πως το επιθυμητό ακόμη δεν είναι διαμορφωμένο, αλλά βρίσκεται σε διαδικασία εξέλιξης. Ούτε αυτό είναι δουλειά της ποίησης και ειδικά σε χρόνια κρίσης και χωρίς να απεμπολούμε την ευθύνη, θα τολμήσω να πω πως είναι συλλογική ευθύνη κάτι τέτοιο. Οι ποιητές μπορεί να ονειρεύονται μιαν ουτοπία και πάλι, αλλά δεν οφείλουν να εξηγήσουν επακριβώς, διότι έτσι κάπως ορίζεται και η ποίηση από την εποχή του Σωκράτη στην απολογία του:
«Δεν άργησα να αντιληφθώ ότι και για τους ποιητές ισχύει αυτό εδώ, ότι δηλαδή δεν δημιουργούν με τη σοφία, αλλά με κάποιο φυσικό χάρισμα, με κάποια έμπνευση ανάλογη μ’ εκείνη των μάντεων και των χρησμωδών. Γιατί πράγματι αυτοί λένε πολλά και καλά, αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα γι’ αυτά που λένε.»
Από την άλλη η εσωτερικότητα και η υπαρξιακή αναζήτηση είναι μια σίγουρη οδός για την ποίηση, με όλες τις δυσκολίες που έχει να συνδυαστούν, η αυτοσυνειδησία και ο ρεαλισμός. Πότε ρέπει σε έντονες ερωτικές μεταπτώσεις και πάθη, και πότε σε αναζήτηση του αυτοπροσδιορισμού της ατομικότητας μέσα στο υπερ-αστικό κι απρόσωπο χαοτικό κόσμο της πόλης. Η αστικοποίηση του ανθρώπου βέβαια συνέτεινε στην ανάπτυξη του πολιτισμού του από την μια. Από την άλλη όμως, η συλλογική ζωή της ελληνικής κοινωνίας δείχνει μια εσωστρέφεια στις δύσκολες στιγμές της και αναπτύσσει αντίσταση στην αναπροσαρμογή της, στον απρόσωπο πολιτισμό που εισάγεται και συχνά επιχειρεί να χειραγωγεί την προσωπική ελευθερία έκφρασης της τέχνης. Αν εξαιρέσουμε κάποια φαινόμενα ακραίων ερωτικών εξάρσεων που συστήνονται ως ποίηση και μείνουμε στην προσωπική επιλογή του ποιητικού αιτίου θα δούμε πως ο έρωτας, ο θάνατος και το πάθος για την ίδια τη ζωή συνεχίζουν και πάλι να υπάρχουν σε μια λανθάνουσα μορφή που είναι σε αναμονή εξελίξεων. Όπως είπε εξάλλου ο Τόμας Στερνς Έλιοτ (Άγγλος ποιητής, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας και ηγετική μορφή του μοντερνιστικού κινήματος):
«H ποίηση δεν είναι ένα ελευθέρωμα της συγκίνησης, αλλά απόδραση από τη συγκίνηση.
Δεν είναι έκφραση της προσωπικότητας, αλλά απόδραση από την προσωπικότητα.».
Μια ακόμη παρατήρηση που μπορώ να κάνω είναι πως η ποίηση στη χώρα μας έχει ένα θησαυρό πολύτιμο που αποτελεί τη φαρέτρα σε δύσκολους χρόνους, τη γλώσσα μας. Παρατηρείται μια στροφή, μετά τα χρόνια της αποδόμησης, και πάλι να αναγεννιέται και να ανακάμπτει δίνοντας οξυγόνο στη γραφή και το ακριβές νόημα της αναζήτησης, κι αυτό το καταφέρνει μια χαρά. Αφαιρώντας κάθε σκέψη συντηρητισμού θα μπορούσα να πω αυτό που αισθάνομαι. Πως η βαθιά γνώση της ελληνικής γλώσσας είναι το οξυγόνο μας. Διακρίνονται κάπου-κάπου τέτοια δείγματα ανάκαμψης της γλώσσας, συνδυαστικά όμως με όλα εκείνα τα στοιχεία των τελευταίων γενεών ποίησης της ήττας και της αμφισβήτησης. Παρατηρούμε δείγματα μιας γραμματολογικά αχαρτογράφητης νέας ποιητικής ευαισθησίας. Θα επικαλεστώ τα λόγια του Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκι:
«Η ποίηση είναι ένα ταξίδι σ’ άγνωστη χώρα. Η ποίηση είναι ταυτόσημη με την παραγωγή ραδίου.
Για μια και μόνο λέξη λιώνεις χιλιάδες τόνους γλωσσικό μετάλλευμα.»
Και ενώ ήταν Ρώσος ποιητής και ένας από τους κατεξοχήν εκπροσώπους του Φουτουρισμού, πρόδρομου κινήματος που επηρέασε σημαντικά πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα όπως τον Ντανταϊσμό και τον Υπερρεαλισμό -που παρά το γεγονός πως αντιτάχθηκαν στο ρομαντισμό, τις παλιές τεχνοτροπίες, την παράδοση, την ηθική, την αρχαιολογία, τα μουσεία, τις βιβλιοθήκες κλπ.- και ο οποίος δήλωσε πίστη στον γλωσσικό θησαυρό.
Τέλος ο ρόλος της ποίησης δεν είναι ο έπαινος κι ο αυτοέπαινος, αλλά η ίδια η αναζήτηση της ύπαρξης και ο αυτοπροσδιορισμός της μέσα στα εξελικτικά κοινωνικά περιβάλλοντα.
Ευμορφία Καλύβα (Ποιήτρια-Γεωλόγος) 9/2/2020
(Απόσπασμα αναγνώστηκε ως παρέμβαση στο τριήμερο συνέδριο με θέμα «Η ποίηση σήμερα»7-8-9/2/2020,
που τελέστηκε υπό την αιγίδα των Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, Όμιλος UNESCO Ένωση Επτανησίων Ελλάδας,
Έλευση & Υδράνη(Καλλιτεχνικό σωματείο), «Επικοινωνία 94fm»(Δημοτικό ραδιόφωνο Ν.Ηρακλείου Αττικής.)