«Μη φοβάσαι»
Θέλω
να αποδημούν οι έρωτες
για μέρη ανεξερεύνητα
κουρτίνα ανεμίζουσα
ακούγεται ο βρυχηθμός της λεωφόρου
ζω ανάμεσα σε ατύπωτες σελίδες
με πνίγει η λεηλασία
μιας ζωής
σχεδόν σιωπηλής
δεν έκλεψες εσύ τη δίψα μου
το ξέρω.
Η μνήμη μου πιάστηκε
στα αγκάθια
να δεις που θα ματώσει πάλι
δεν πειράζει
θα σκληραγωγηθεί
να μάθει
να μην πονάει
μεγάλωσε πια.
Θέλω
να χάνομαι στα χαχανητά
των στίχων μου
έτσι καθώς με περιγελούν
κάθε αφόρητο απόγευμα Σαββάτου.
Πάρε το χέρι σου
από τον ώμο μου
πολύ βαρύς ο κόσμος
για να σηκώσω την στοργή του.
Τεμαχίζω την αγάπη σου
με λεπτό νυστέρι
ανατομία που πονάει.
Την επόμενη φορά
θα το κάνω με σπασμένο γυαλί
από τα όνειρά μου.
Αναισθησία επιβάλλεται.
Μη φοβάσαι
δεν έκλεψες εσύ τη δίψα μου.
Η τιμωρία
θα είναι μόνον
ένα φιλί βαμμένο στο απαρχαιωμένο
αίμα μας.
Αλήθεια σου λέω
μη φοβάσαι…