Παυσίλυπον

(Αραπάκη 173, Καλλιθέα απόγευμα Σαββάτου)

Το ροζ βεσπάκι της χώνεται ανάμεσα σε ένα Ντε Σεβώ και ένα Μίνι Βαν μπροστά στην είσοδο του Καφέ Παυσίλυπον.

Η Κατερίνα σπρώχνει βιαστικά τη γυάλινη εξώπορτα, καλησπερίζει τον κυρ-Νίκο τον μοναδικό πελάτη του καφέ και μπαίνει τρέχοντας στο μικρό κουζινάκι-παρασκευαστήριο καφέδων και λοιπών ροφημάτων.

Βρίσκει το Δημήτρη σωριασμένο σε μια καρέκλα. Το κεφάλι του  ανάμεσα στα δυο του χέρια.

-Καλώς την.

-Συγγνώμη Δημήτρη, με κράτησε ο καθηγητής. ’Ηθελε να με ρωτήσει κάτι για τη διπλωματική, δεν θα επαναληφθεί.

Δεν της απαντά. Είναι κατσούφης, συννεφιασμένος, πρώτη φορά τον βλέπει έτσι.

-Συμβαίνει κάτι;  

-Θα σου πω όταν κλείσουμε, της λέει και της ρίχνει ένα περίεργο βλέμμα.

Ήξερε ότι είχε προβλήματα οικονομικά, οικογενειακά κι αυτό το μαγαζάκι ήταν ό,τι είχε και δεν είχε. Το απάγκιο του όπως της έλεγε. Και το δικό της… Δεν καταλαβαίνει. Εδώ και πέντε μήνες που δουλεύει στο καφέ δεν έχει δώσει ποτέ αφορμή. Μαζεύει βιαστικά σε αλογοουρά τα μακριά κατάμαυρα μαλλιά της, αλλάζει. Βάζει το μαύρο παντελόνι, το άσπρο πουκάμισο, τη μαύρη ποδιά με τις μεγάλες τσέπες, αλλάζει τα παπούτσια της.

Πολύ ήσυχα σήμερα ,δεν καταλαβαίνει τί τρέχει. Οι μόνοι πελάτες ο Τάκης ο απέναντι μανάβης με τον κολλητό του τον Μένιο κι ένα ζευγάρι περαστικών. Το Παυσίλυπον έχει τακτικούς πιστούς πελάτες που έρχονται σχεδόν καθημερινά. Έχουν χαμηλές τιμές, άριστη ποιότητα καφέ, ολόφρεσκα συνοδευτικά κουλουράκια, καλωδιακή και ζεστό περιβάλλον very cozy όπως συνηθίζει να λέει ο Tim o Εγγλέζος της γειτονιάς και θαμώνας του Παυσίλυπου.Mια γειτονιά ήσυχη, μεσοαστική, συντηρητική.

-Απόψε θα κλείσουμε νωρίτερα της λέει ο Δημήτρης.

Είναι οκτώμισι και στο μαγαζί ψυχή.

Μαζεύει τις κούπες, σκουπίζει τα τραπέζια, τακτοποιεί τις καρέκλες βάζει την ταμπέλα. “Κλειστόν”

-Ξέρεις Κατερίνα, ξεκινά ο Δημήτρης. Τις προάλλες που έφερες τους δικούς σου στο μαγαζί…

Τον παρακολουθεί ξαφνιασμένη. Τί το κακό έκανε, τους έφερε για να ενισχύσει το καφέ, να το πουν στους γνωστούς, στις παρέες τους. Ήταν οι γονείς της, οι αδελφές της, δυο μακρινοί θείοι της που κουτσομιλούσαν ελληνικά, γι΄αυτό και όλοι το γύρισαν στα αλβανικά, τραγούδησαν και δυο τρία τραγούδια της πατρίδας.

-Ναι γι΄αυτό σε θέλω ο κυρ-Γιώργος, ο συνταξιούχος στρατιωτικός ξέρεις, μου έκανε παρατήρηση μου είπε πως δεν πρόκειται να ξαναπατήσει στο μαγαζί και θα το πει και σε όλους τους γείτονες, τους φίλους του. Δεν ντρέπεσαι να φέρνεις στο μαγαζί σου εχθρούς της πατρίδας; Κάποιοι πολέμησαν για να είστε εσείς σήμερα ελεύθεροι και να παριστάνετε τους υπεράνω. Αριστεροί του κ…!

Η Κατερίνα παγώνει. Γεννημένη στην Αθήνα νιώθει, είναι Ελληνίδα .Η Αλβανία, ένας μακρινός αδιάφορος συγγενής και τώρα της λένε πως είναι ανεπιθύμητη αυτή και το σόι της.

-Εντάξει Δημήτρη, κατάλαβα, θα φύγω μόλις βρεις αντικαταστάτη.

-Ούτε να το διανοηθείς  της λέει. Θα μείνεις εδώ, θα το παλέψουμε. Πρέπει να πάρεις το πτυχίο σου, τελειώνεις τη διπλωματική σου, δεν θα σε πετάξω στον δρόμο, αποκλείεται.

-Ναι αλλά αν δεν έχουμε δουλειά τι θα κάνεις Δημήτρη; Θα αναγκαστείς να το κλείσεις. Και θα φταίω εγώ..

Κλείνουν, καληνυχτίζονται. Αποκλείεται, σκέφτεται η Κατερίνα πρέπει να βρω σύντομα μια λύση αλλιώς θα φύγω ,δεν μπορώ να  του κάνω τέτοια ζημιά.

Δυο μέρες μετά. Πρωί. Στο αμφιθέατρο στο Πάντειο παρακολουθεί αφηρημένη μια διάλεξη για επιδοτούμενα προγράμματα ΕΣΠΑ με θέμα την ένταξη και κοινωνικοποίηση ατόμων με κινητική αναπηρία. Στο κάτω μέρος του Αμφιθεάτρου ο Μιλτιάδης ο συμφοιτητής της στο αναπηρικό του καροτσάκι παρεμβαίνει  και εκθέτει τις δυσκολίες προσβασιμότητας των ΑμεΑ σε κοινόχρηστους χώρους. Ξαφνικά το πρόσωπό της φωτίζεται!

Μετά από λίγο στην καφετέρια της Σχολής  κερνάει καφέ το Μιλτιάδη και ζητά να μάθει περισσότερα για το ΕΣΠΑ, για τον Περπατώ, το Σύλλογο Παραπληγικών και Κινητικά Ανάπηρων. Ο Μιλτιάδης είναι Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου.

-Αλήθεια Κατερίνα δεν με έχεις ποτέ προσέξει; Ο Σύλλογος μας είναι πολύ κοντά στο καφέ που δουλεύεις. Σε  βλέπω με τη βέσπα σου. Τρέχεις πολύ πού να σε προλάβω, το δικό μου πάει σαν χελώνα.

Της χαμογελά και της πιάνει το χέρι. Εκείνη το απομακρύνει  και πιάνει αμήχανα την κούπα .Του λέει την ιδέα της αλλά πρέπει να σιγουρευτεί πριν το πει στο Δημήτρη. Κλείνουν ραντεβού με την Πρόεδρο του Περπατώ. Συμφωνούν να υποβάλλουν μια πρόταση στο ΕΣΠΑ στο πρόγραμμα που χρηματοδοτεί την προσαρμογή δημόσιων χώρων για κινητικά ανάπηρους. Η προθεσμία λήγει σε λίγες μέρες.

Έχουν περάσει οκτώ μήνες. Το Παυσίλυπον έχει πια γίνει το αγαπημένο στέκι των παιδιών του Περπατώ, των φίλων, των συγγενών τους. Το καφέ έχει μεταμορφωθεί, έχουν προστεθεί ράμπες παντού, ένα μικρό ασανσέρ ανεβάζει τους πελάτες στο πατάρι, η διακόσμηση έχει αλλάξει. Ένας φίλος του Μιλτιάδη γραφίστας έχει ζωγραφίσει τους τοίχους τις ειδικά διαμορφωμένες τουαλέτες, ακόμη και το ταβάνι. DJ η Δώρα που ανακατεύει μουσικές του κόσμου με αφιερώσεις και ανέκδοτα. Η Κατερίνα έχει βοηθό τον Άκη που στριφογυρίζει σαν σβούρα πάνω στο καροτσάκι του και ετοιμάζει καφέδες, τσάγια, αναψυκτικά, κοκτέιλ.

Ο Τim έφερε στο μαγαζί το ΒΒC World και το ρεπορτάζ που έκανε το γύρο του κόσμου, τους έκανε μέσα σε μια μέρα διάσημους.

Ζητούν από το Δημήτρη το franchising του μαγαζιού από τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο, την Πάτρα,την Τρίπολη. Όμως εκείνος δεν κάνει βήμα χωρίς το συνεταιράκι του την Κατερίνα.

Είναι παραμονή Πρωτοχρονιάς, θα έκλειναν νωρίτερα λόγω της ημέρας, όταν κάνει την εμφάνισή του στο μαγαζί ο κυρ-Γιώργος. Κοντοστέκεται στην εξώπορτα, η Κατερίνα τρέχει να τον προϋπαντήσει, του ανοίγει διάπλατα, του χαμογελάει.

-Χρόνια Πολλά κύριε Γιώργο, Καλή Χρονιά

-Χρόνια Πολλά Κατερίνα

Σπρώχνει απαλά το αναπηρικό καροτσάκι της γυναίκας του και κάθονται στην αγαπημένη του θέση κοντά στο παράθυρο, δίπλα στο στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο…

Ειρήνη Γαβαλά