«Φρέζες» Όλγα Αχειμάστου
Φυτεύω, παραχώνω
σε ημίσκληρο χώμα
βολβούς αμέτρητους.
Τους προστατεύω
μη και ‘ρθουν οι καρακάξες.
Και πιο ύστερα περιμένω
και περιμένω μέχρι που,
τους ξεχνώ.
Ολότελα.
Βροχές, αέρηδες, λιακάδες
μέρες, νύχτες.
Και να, είν’ Απριλιάτικο πρωί,
οι φρέζες και μοσχοβολούν,
που η ψυχή σου πάει να σπάσει.
Μον’ έτσι ερχετ’ η Άνοιξη
αυτών που μαζεύει η ψυχή σου.
Κι ας φυτρώσουν μαζί κι αγριόχορτα.
Εσύ θα τα βγάλεις.
Εσύ.