«…λίγες ακόμη σκόρπιες σκέψεις…»
Πέμη Γκανά
* * * * * * * * * * * *
[… σήμερα πρωί,
συνεργεία με διπλοπαρκαρισμένα τα βαριά οχήματα, εμποδίζοντας την κίνηση,
τοποθετούν πολύχρωμα, γιορταστικά λαμπιόνια πάνω από τους “λερούς και ασημαντους” δρόμους,
λακούβες γεμάτες λασπόνερα,
διαλυμένα πεζοδρόμια πρόχειρα τσιμεντωμένα,
και στο πλάι τους πεταμένα κλαδιά δέντρων,
μαγαζιά, κλειστά,
προσφορές δύο μπλούζες 27,99,
ένα περίπτερο,
μετρώ έξι ψυγεία όλα αραδιασμένα πάνω στο πεζοδρόμιο,
δυο γυναίκες δεν χωρούν κατεβαίνουν στο οδόστρωμα με τα μωρά τους αγκαλιά,
φωνές, κορναρίσματα,
προσπεράσεις πάνω σε διπλές λωρίδες κυκλοφορίας,
αυτοκίνητα παρκαρισμένα πάνω σε διαβάσεις πεζών και κάτω από φανάρια,
υπέργηροι οδηγοί,
νευρικοί οδηγοί,
δυο θυμωμένοι ποδηλάτες,
λασπόνερα, λασπόνερα παντού,
βρώμικες πατημένες μάσκες,
ποιος στερεί ανάσες;
Και ο ήλιος αντανακλά στα θαμπά τζάμια, κυκλικές κινήσεις,
ένας ηλικιωμένος πουλά μέλι γνήσιο και φιστίκια Αιγίνης
πάνω σε ένα μικρό αυτοσχέδιο πάγκο,
του Αγίου Νικολάου, λέει, σήμερα,
και η ολόξανθη γυναίκα που ακροβατεί πάνω στα τακούνια της
πετά το χαρτάκι της καραμέλας στο δρόμο,
μηχανικά το σηκώνω,
ολόχρυσο σαν τα χρυσά σκουλαρίκια της και ίσως σαν την χρυσή της ζώνη
και μου σφηνώνει στο μυαλό ο στίχος του ποιητή,
“ότι ζω, μου λες,
ότι ζω δεν μου φτάνει”
επικίνδυνη σκέψη…]
Πέμη Γκανά
(κάπου στο Χαλάνδρι)
Σε κρατούσα απ το χέρι, ότι ζούμε μου λες δεν μου φτάνει