Κωδικός Νο 7 – Όλγα Αχειμάστου
«Εντός των τειχών»



Κωδικός Νο 7

Ήταν λέει ένας ήλιος από πάνω τεράστιος με κάτι σύννεφα, απ’ αυτά που φτιάχνουν καραβάκια, περιστέρια, λουλούδια, αρκούδες. Μια όμορφη φασαρία της φύσης απλώνεται παντού. Ξέρεις αυτή που ακούς το τιτίβισμα των εντόμων και το βούϊσμα των σπουργιτιών, που πετάνε ανάμεσα στο γρασίδι και χώνουν τις παράξενες μυτούλες τους στο φρέσκο χώμα. Προχθές μόλις, έβρεχε και τώρα φαγητό πλούσιο στρώνεται στο καταπράσινο τραπέζι…

Κάπου κάπου ακούγεται ένας γλάρος που περνάει από πάνω και δίπλα μου κάτι παράξενα λουλούδια, που δεν τα είχα ξαναδεί γέρνουν το κεφάλι τους στον ήλιο με χαρά γεμάτη ευγνωμοσύνη. Κάνα δυο δέντρα πιο κει απλώνονται στον λεπτό αέρα που φυσά κι κάνει τις λεύκες απ’ το ποτάμι πιο κάτω ν’ ακούγονται σε μερικές νότες, μη σου πω και σαν φίδια ακόμη.

Σκέφτομαι: “Σήμερα που πήγαν τα βατράχια; Περίεργο να μην ακούγονται ε;”

Ξέρεις, όταν ήμουν μικρή τα φοβόμουν τα βατράχια. Μεγάλα ή μικρά δεν είχε σημασία εγώ τα φοβόμουν. Μη σου πω ότι τα λυπόμουν ταυτόχρονα γι’ αυτή τους την ασκημάδα. Και, ρε παιδιά, δεν μπορούσα ποτέ να καταλάβω γιατί ο Πρίγκηπας είχε γίνει βάτραχος. Δεν υπήρχε άλλο ζώο να τον κάνουν; Γιατί, κάθε φορά που άκουγα, τον φίλησε κι έγινε ένα πανέμορφο παλληκάρι, αυτά τα μερικά λεπτά του φιλιού, πώς άντεξε αυτή η δόλια η κοπέλα;

Τι όμορφη μέρα σήμερα σκέφτομαι. Άραγε έχει σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου τόσο γαλάζιο ουρανό; Κι αυτό το χρυσοκίτρινο του ήλιου σταλάζει και σε άλλα μέρη;

Για πρώτη φορά στα χρονικά που δεν μαζεύω λουλούδια. Μόνο τα χαϊδεύω με τ’ ακροδάκτυλα και τους ψιθυρίζω λόγια αγάπης και θαυμασμού.  Εεεε, μην κοροϊδεύεις, μου έχουν πει πως ακούνε όλα τους. Καλά, για τα ζώα δεν το συζητώ τους μιλάω ακατάπαυστα… Κορόϊδευε εσύ…  Βρε παιδί μου από κάπου, λίγο πιο μακριά ακούγεται η θάλασσα. Ένας γλυκός παφλασμός σαν, μόλις να ξεκίνησε να βράζει ένα κατσαρολάκι νερό με ματζουράνα μέσα. Έπρεπε να το περιμένω γιατί είδα τους γλάρους να πετάνε και να φωνάζουν καλώντας ο ένας τον άλλον. Ζευγάρι λες από ολονύχτιο ερωτικό παιχνίδι.

Αναπνέω σαν να μην υπάρχει αύριο και το στήθος μου γεμίζει απ’ όλα. Αέρα, τιτιβίσματα, μυρωδιές, υγρό χορτάρι, ήλιο, αλμύρα, βατράχια, πεταλούδες, μύγες. ΟΛΑ.

Κι αισθάνομαι μια τέτοια χαρά. Χαρά κι ελευθερία. Ελευθερία και πλούτο. Πλούτο και επάρκεια.

Κι εκεί που έχει τανύσει το στήθος τις χορδές του αισθάνομαι δυο χέρια να μ’ αγκαλιάζουν από πίσω και να με γεμίζουν… τι δεν ξέρω. Ξαφνικά βρίσκομαι σ’ ένα στρογγυλό (νομίζω) υγρό μπαλόνι και κυλιέμαι μέσα του σαν να μη χρειάζεται ν’ αναπνέω, κυλιέμαι και αισθάνομαι πληρότητα. Νομίζω, είναι εικόνα από τις στιγμές της ζωής μου στην μήτρα…

Τι γλυκειά αγκαλιά, πλούσια, γεμάτη μόσχο και γαρύφαλλο. Σκύβεις και μου ψιθυρίζεις:  ήρθα τελικά, δεν ήθελα να με περιμένεις ήθελα να σου κάνω έκπληξη. Δεν αισθάνομαι να κουνάς τα χείλια σου. Σα να σ’ ακούω αλλά με το νου όχι με τ’ αυτιά. Πλημμυρίζει το μέσα μου από ζεστασιά. Μια γλυκειά χαλάρωση με τυλίγει και η χαρά ανεβαίνει στα σύννεφα, αυτά που φτιάχνουν καρδιές από μπαμπάκι. Και η καρδιά χτυπά στο σωστό ήχο αυτή τη φορά. Σα να χρύσισ’ ο ήλιος, πιο πολύ νομίζω. Κι αυτά τα βατράχια σώπασαν εντελώς. Αισθάνομαι την καρδιά σου να χτυπάει και αφήνω και τη δική μου να φύγει, να έρθει προς τα πίσω να συναντηθούν εκεί κοντά στο δέρμα, ν’ αγκαλιαστούν κι αυτές. Έχω κλείσει τα μάτια και αισθάνομαι ότι δεν μου λείπει τίποτα. Πόσο καιρό είχα ν’ αγκαλιαστώ; Αυτό αυτό θέλω τίποτ’ άλλο. Πόσο καιρό είχες να μ’ αγκαλιάσεις …

Κρρρ κρρρ… Ακούω ένα ήχο βαθειά από μακριά. Κι όλο πλησιάζει κι όλο πλησιάζει, σα βατράχια καλά κάνω και δεν τα χωνεύω…

Ανοίγω τα μάτια μου.

Μένω ακίνητη σαν να μην με υπακούει το σώμα. Δεν είναι το δικό μου κινητό. Ακούγεται από το διπλανό διαμέρισμα. Να ‘ναι κινητό; Μήπως ξυπνητήρι από κινητό; Όχι ένας ήχος σαν… βάτραχος; Στα κομμάτια, ποιος είχε την ιδέα να εφεύρει το κινητό; Ποιος σκέφτηκε να βάλει ξυπνητήρι στο κινητό και μάλιστα με τόσους ήχους;

Πάντα αφήνω τις γρίλιες ανοιχτές, έξω αχνοφέγγει. Θέλω να βλέπω τη νύχτα καμμιά φορά όταν ξυπνάω. Θέλω να βλέπω το φως της νύχτας, αν έχει αστέρια, αν η νύχτα ξεκίνησε να κλαίει ή παιχνιδιάρα γυρνάει από δω κι από κει…  Μα να μην μπορεί να μου βγει απ’ το μυαλό ότι ξύπνησα έτσι απότομα, δίχως να προλάβω να γυρίσω, ν’ ανοίξω τα μάτια μου, να ανταποδώσω την αγκαλιά… Πόσες ευκαιρίες αγκαλιάς άφησα να πάνε χαμένες; Πόσο σίγουρο το είχα ότι πάντα θα μπορώ να την έχω; Τι αγαθό που είναι χωρίς να μπορώ να το αγοράσω, να το προμηθευτώ, να το έχω; Ποιός άραγε έκανε πρώτος την αγκαλιά;

Αισθάνομαι ακόμη αυτήν την τεράστια, ζεστή, γλυκειά, μυριστή, αξιοζήλευτη, επιθυμητή αγκαλιά…

Γαμ… αρχίζω να ιχνηλατώ γιατί σταμάτησε αυτό το υπέροχο όνειρο. Ο γνωστός τρόπος να κατηγορώ πρώτα τον εαυτό μου. Να ξέρεις αυτό το «Πόσο καιρό είχες να μ’ αγκαλιάσεις» ήταν που ευθύνεται για την διακοπή του ονείρου. Ίσως το πήρες προσωπικά δεν ξέρω. Αυτό το πόσο καιρό είχες να μ’ αγκαλιάσεις μ’ έφερε να δεις υποσυνείδητα στην κατάσταση του σήμερα. Από απόσταση δύο μέτρων θα χαιρετιόσαστε.

Αγκαλιάααα;;;… Απαγορεύεται.  

Σύμφωνα με τον Deb Castaldo, PhD, ειδικός σχέσεων στο New Jersey,
«Το αγκάλιασμα είναι πολύτιμο και χρήσιμο για την συναισθηματική ευεξία και στην πραγματικότητα βοηθά στην απελευθέρωση της δικής μας φυσικής «αντι-καταθλιπτικής» σεροτονίνης. Γνωρίζουμε επίσης ότι το αγκάλιασμα προωθεί την υγιή συναισθηματική προσήλωση και την οικειότητα, η οποία αποτελεί το θεμέλιο μιας ευτυχούς, υγιούς μακροπρόθεσμης σχέσης. Μια αγκαλιά τείνει να βοηθά στην μείωση του φόβου, ακόμα και όταν αγκαλιάζουμε ένα άψυχο αντικείμενο, π.χ. ένα λούτρινο πράσινο Κέρμιτ. Επιπλέον φαίνεται πως μπορεί να μειώσει τον πόνο, ιδιαίτερα σε άτομα που πάσχουν από ινομυαλγία.»Απαγορεύεται… όμως. Πιο πολύ απ’ όλα μου έλειψε η αγκαλιά, ακόμη κι αυτή που δεν ήταν ειλικρινής. Και ξέρεις γιατί; Γιατί εγώ δεν το ήξερα και το ευχαριστιόμουν σαν να ‘ταν αλήθεια.

Πάντα μου άρεσε ο χορός. Και πιο πολύ το Αργεντίνικο τάνγκο. Χορός γεμάτος χάρη, κομψότητα, πάθος. Χορός που δεν αποφεύγεις την αγκαλιά όπως και να ‘χει. Και μετά, κάποιες φορές που έκανα ότι φοβάμαι ήταν γιατί ήξερα ότι θα χωθώ σε μια αγκαλιά.

Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα ερχόταν αυτή η ώρα που θα μας απαγορευόταν κάτι τόσο απλό.

Να γι’ αυτό δεν πρέπει να αφήνεις την ευκαιρία να φεύγει..

Τώρα θα ζήσεις μέχρι το βράδυ μ’ αυτή την ανάμνηση..

Λοιπόν είσαι να εφεύρουμε ένα δικό μας κωδικό γι’ αυτή τη φάση;

Κωδικός Νο 7:
Μετάβαση υπό τους όρους που προβλέπει η υγεία για προμήθεια αγάπης και χαράς που είναι αναγκαία για την διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του οργανισμού.”

Όλγα Αχειμάστου

Συμμετοχή στα πλαίσια του συλλογικού λευκώματος: «Εντός των τειχών» e-musa.gr.


Όλγα Π. Αχειμάστου (Ποιήτρια) – Βιογραφία