Η Ποιητική Τέχνη του Κώστα Ευαγγελάτου – Άγγελος Φουριώτης

* * * * * * * * * * * *

Η Ποιητική Τέχνη του Κώστα Ευαγγελάτου

(Κείμενο του συγγραφέα, ιστορικού της λογοτεχνίας και κριτικού Άγγελου Φουριώτη αναφορικά με την πρώτη ποιητική περίοδο του Κώστα Ευαγγελάτου, με αφορμή την κυκλοφορία της συγκεντρωτικής ποιητικής συλλογής “Εγκάρσια Ρήματα”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνω Τελεία.)

Ο Σιμωνίδης την μεν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν προσαγορεύει,
την δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν.
Πλούταρχος (Ηθικά 345C, Ηθικά 18Α).

Όσο κι’ αν θέλουμε να διαχωρίσουμε την ζωγραφική από την ποίηση στην ουσία καλός ζωγράφος είναι αυτός που κλείνει μέσα του τον ποιητή και καλός ποιητής εκείνος που κλείνει μέσα του τον ζωγράφο. Γιατί τόσο από την μελέτη της ζωγραφικής, όσο κι’ από την μελέτη της ποίησης προκύπτει μια αλήθεια, καθαρά συζευκτική: η ζωγραφική είναι τέχνη που μιμείται, όμοια όπως είναι τέχνη που μιμείται και η ποίηση. Και σχήμα δεν είναι ότι και οι δυο, σαν τέχνες στηρίζονται πάνω στην αρχή:

το γαρ ζητείν άρα και το μανθάνειν ανάμνησις όλον εστίν(Πλατ. Μένων, 81 D)

Πρέπει να υπάρχει απόθεμα Μνήμης για να μπορεί αυτό, το απόθεμα, να κεντρίσει την Ανάμνηση. Και δε μπορεί να υπάρξει Μνήμη, αν δεν έχει απόλυτα συνταιριαστεί ό,τι συνθέτει το Ακούω, το Βλέπω, το Νιώθω, σε Ένα. Πόσο απόλυτο, με βάση την ίδια τη γνώση της ζωής, είναι αυτό το συνταίριασμα φαίνεται από το πόσο (στον χώρο της ζωγραφικής) είναι αφομοιωμένο το χρώμα με το σχήμα και πόσο είναι (στο χώρο της ποίησης) αφομοιωμένος ο τόνος με την λέξη. Έτσι στην ζωγραφική χρώμα και σχήμα μπορούν να αποσπάσουν την προσοχή του θεατή, γιατί μπορούν και τα δυο ν’ αποδώσουν την ομοιότητα εκείνου που αποσπούμε από τη φύση και κατά τον όμοιο τρόπο στην ποίηση τόνος και λέξη μπορούν ν’ αποσπάσουν την προσοχή του ακροατή, γιατί και τα δυο μπορούν ν’ αποδώσουν την ομοιότητα του στοχασμού που υποκειμενικά μας προσφέρει την εικόνα του αντικειμένου. Και στις δύο περιπτώσεις το δυνατό του αντικειμένου αποτελεί φορά, με γνήσιο τρόπο, στο χώρο της ζωγραφικής και στον χώρο της ποίησης.

Οι σκέψεις αυτές ξεκινούν καθώς πλησιάζουμε τη ζωγραφική του Κώστα Ευαγγελάτου. Μια ζωγραφική που κλείνει στο όλο της ποίηση, όμοια όπως και η ποίησή του (Ποιήματα 1975-75, Αθήνα 1976. Η τολμηρή επίλυση, Αθήνα 1977. Γραφήματα ’77, Αθήνα 1978. Το δωμάτιο, Αθήνα 1980) κλείνει, μέσα της, ζωγραφική. Προς αυτή την κατεύθυνση μας οδηγεί ο ίδιος. Στην πρώτη του ποιητική συλλογή μας εξηγεί την πορεία του στον χώρο της ζωγραφικής και της ποίησης:

Όταν ζωγραφίζω προσπαθώ να πλησιάσω τη θεία τελειότητα.

Όταν γράφω ποίηση προσπαθώ να παρουσιάσω και να ερμηνέψω την Ανθρώπινη ατέλεια.

            Δεν ενώνει, όμως, την ζωγραφική με την ποίηση. Θεωρεί και τη μια και την άλλη σαν κάτι το ανεξάρτητο, παρά το γεγονός ότι υποσυνείδητα καμιά δεν μπορεί να ερμηνευθεί μόνη της. Αυτή η, κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, συμπόρευση χρώματος-λόγου εξηγεί, καθαρά, γιατί ως ζωγράφος μιλά, εν σιωπή, με το τοπίο και το αντικείμενο, και γιατί ως ποιητής μιλά δυνατά με εικόνα και ιδέα, ερμηνεύοντας ό,τι βαθύτερο κλείνει η έσω κι έξω ζωή. Δύσκολο, επομένως, είναι να διαχωρίσεις τον ζωγράφο από τον ποιητή και τον ποιητή από τον ζωγράφο. Κι ο ένας κι ο άλλος υποβάλλονται ουσιαστικά στην ώρα όπου εντοπίζουν κι ερμηνεύουν ό,τι τους τριγυρίζει, την ώρα όπου από την εντύπωση επιλέγουν αυτό που μπορεί ν’ αποθανατιστεί καθαρμένο από τα περιττά, τόσο ώστε να είναι τούτο, τυπικά και ουσιαστικά ένα πρότυπο.

            Ο Κώστας Ευαγγελάτος δεν κινείται απλά στον χώρο της ζωγραφικής – το ίδιο συμβαίνει όταν κινείται στον χώρο της ποίησης. Και στις δυο περιπτώσεις υπάρχει υγιής προγραμματισμός.

            Για τον ζωγράφο Κώστα Ευαγγελάτο σημασία δεν έχει η αποτύπωση, αυτού του ίδιου του αντικειμένου, που προκαλεί ερεθισμό για αναδημιουργία – σημασία έχει ο εσωτερικός αγώνας για έκφραση. Προέχει, δηλαδή, η αποτύπωση με γνήσιο τρόπο, έτσι που το όλο να είναι ήχος κι όχι απόηχος. Δηλαδή να μην χάνει την επαφή του με τα γεγονότα το αποσπώμενο πρότυπο. Να μη χάνει, κατά προέκταση, αυτό το ιδιαίτερο που το διακρίνει πριν από την παγίδευση, μια κι αυτή στόχο έχει την αποτύπωσή του «εν ροή». Όταν το παγιδευμένο έχει τη δύναμη να μιλά ακόμα και «εν σιωπή» τότε η ζωγραφική δεν είναι σκαρίφημα, αλλά απαθανάτιση πράξης. Το αξιόλογο εδώ είναι ότι ο καλλιτέχνης κατορθώνει και μας δείχνει, όχι μόνο τον πυρήνα του αντικειμένου που τον δόνησε, αλλά και τη δυνατότητα που έχει ο πυρήνας να διακινεί μύθο. Η ζωγραφική δεν είναι στείρα αποτύπωση – είναι δύναμη που αναπαράγει κι επιβάλλει το γεγονός. Πέρα από το βλέπω πρέπει να κινείται, άνετα, και το κατανοώ. Ο φιλόσοφος, όταν κάνει λόγο για τον αληθινό δημιουργό λέει: ο καλός ποιητής ανάγκη είναι να γνωρίζει καλά ό,τι πραγματεύεται αν θέλει να ‘χει αξία το έργο του – διαφορετικά δεν κάνει τίποτα. Και μπορεί να δώσει έργο όταν ξέρει τι πραγματεύεται. Ας σταθούμε, όμως, εδώ:

            Ο Κώστας Ευαγγελάτος, στην πρώτη περίοδο της ζωγραφικής του θέμα έχει το «τοπίο», που το δένει με τον έσω κόσμο του ανθρώπου. Τούτο γιατί στον χώρο της ζωγραφικής, όμοια όπως και στο χώρο της ποίησης, βαρύνουσα θέση δεν έχει το ίδιο το γεγονός όσο η ερμηνεία του. Και θέση, εδώ βαρύνουσα, έχει η ανατομία του ίδιου του αντικειμένου κι όχι η απλή του διαγραφή.

            Με βάση αυτά λέμε ότι ο Κώστας Ευαγγελάτος έχει τη δυνατότητα όχι μόνο να επισημαίνει, αλλά και να περνά μέσα στο χώρο της ζωγραφικής ό,τι μπορεί, ως «τοπίο» να αποτελέσει σύγκριση και ταύτιση. Μ’ αυτή τη δυνατότητα η διαγραφή του χώρου παίρνει μορφή αυτοτελή και εκφράζει το ιδιαίτερο, το σημαντικό.

            Ως ζωγράφος συντονίζει σωστά κάθε στοιχείο του «τοπίου» και, τελικά, το προβάλλει ως όλο ή ως μέρος όχι μόνο σαν τι που αποβλέπει σε μια ορθή εκλογή, αλλά και σαν τι που προορισμό έχει να δει το φως της δημοσιότητας, με τον βαθύτερο και πλέον σωστότερο σαν στόχο τρόπο προβολής του. Ό,τι, έτσι, τελικά αποτυπώνεται επιβάλλεται όχι σαν παράλογη απάντηση, αλλά σαν εξήγηση, που μ’ αυτήν μπορούμε να περάσουμε από αυτό που φαίνεται ως εκείνο που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια. Ενώνει, κι αυτό έχει σημασία, ο ζωγράφος, λες, το πινέλο με το μολύβι πάνω στην ίδια επιφάνεια και προσέχει κάθε τι, όμοια όπως και στην ποίηση: το φως, το ημίφως, το σκοτάδι, τον όγκο (μικρό ή μεγάλο). Και σου επιτρέπει να καταλάβεις το πολύ του λόγου, μέσα στο πολύ της σιωπής.

            Το «τοπίο» (ερειπωμένα σπίτια της ιδιαίτερης πατρίδας του Κεφαλονιάς, απόμερα ακρογιάλια με ποικιλόμορφα δέντρα ή φυτά, φαλακροί λοφίσκοι) παύει να ‘ναι «άψυχο». Με τη δεξιοτεχνική του σχεδιαστική αποφεύγει την παραμόρφωση του χώρου και φωτίζει τον τελευταίο ως το ουσιαστικό του βάθος.

            Το «τοπίο» (κάτω από ένα θαυμάσιο παιχνίδι άσπρου, μαύρου, ροζ, καφέ χρώματος) μας θυμίζει μερικά ποιήματα της πρώτης του ποιητικής συλλογής (Αντίκρυσμα, Σκαρφαλώνοντας, Άνοιξη, Τέσσερα οκτάστιχα). Μέσα σ’ αυτά, κυριότερα, μέσα σ’ ένα άλλο (με τίτλο «Διεισδύσεις στο φως») μπορούμε να δούμε τον ζωγράφο να παίζει με το φως και το ημίφως, κυριότερα: να μας αποκαλύπτει την εσώτερη διάθεσή του για αποδέσμευση, για φτάσιμο ως εκεί όπου χρώμα και ήχος αποτυπώνουν την ουσιαστική ιδέα της ζωής, ως εκεί όπου πέρα από το να πραγματώνεται το όραμα εξηγείται, με προσωπικό τρόπο, το Άκουσα, Είδα, Ένιωσα, άρα ταυτίστηκα μ’ αυτό, ως τούτη την ώρα.

———————

             Ο Κώστας Ευαγγελάτος με τη ζωγραφική του διηγείται μ’ ένα δικό του, προσωπικό, τόνο. Υποτάσσει στο δικό του νεύρο τον στοχασμό και τη διήγηση και εικονογραφεί το απομένον τους με τη βοήθεια ενός χρώματος που κλείνει όλες τις ποικιλίες του ήχου. Μέσα στο έργο του υπάρχει μια δική του αυτοτελής γνώση χώρου, χρόνου, όπου το φανταστικό αποτελεί το συμπλήρωμα των κενών που αφήνει ο χρόνος και ο χώρος. Ο άνθρωπος νιώθει, ως τα βάθη του είναι του, ότι δεν είναι ούτε τυπικά, ούτε ουσιαστικά ελεύθερος. Είναι σαν το «πουλί» παγιδευμένος από σίδερα, από αφίσες, από ορατά φυλάκια, από συρματοπλέγματα. Είναι δέσμιος, από πολλά, που περί τη μορφή τους υπάρχει, από την πλευρά ερμηνείας, σύγχυση, μ’ αποτέλεσμα μορφή και σχήμα να μην είναι κάτι το «καθορισμένο». Θέλει, ως «πουλί» να πετάξει, αλλά βλέπει ότι τον κρατούν δέσμιο εδώ, τα όποια «στρατιωτικά εξαρτήματα».

            Ιδιαίτερα ο «μπερές» και οι «μπότες» αποθανατίζονται με ποικιλία χρώματος και θέσεως. Μια ματιά σ’ ό,τι γίνεται γύρω μας αποτυπώνεται σταθερά από το ζωγράφο και ζωντανεύει την αγωνία του. Κυριότερα βεβαιώνει, αυτή η αγωνία, το σε βάρος του ανθρώπου παιχνίδι, την ασκούμενη σε βάρος του όποια καταπίεση. Βεβαιώνει ακόμα, αυτή η αγωνία, το ξέφτυσμα των κηρυγμάτων και των εξαγόμενων απ’ αυτά -ισμών, που από μέρος του εκφράζεται με το διαφορετικό της εκφράσεώς του με το χρώμα. Κι έχει σημασία ότι το σχήμα μένει ίδιο κι ότι η διαφορά της θέσεως δείχνεται με την αλλαγή του χρώματος και του τρόπου προβολής του, ό,τι επιτρέπει τον από πολλές φορές φωτισμό του σχήματος, που αρχίζει από τον απαλό και φτάνει ως τον έντονο τόνο. Κι ερχόμαστε στο σύμβολο «φύλλο». Η χρησιμοποίησή του μας θυμίζει τον ομηρικό αφορισμό:

φύλλα τα μεν τ’ άνεμος χαμάδις χέει, αλλά δε θ’ ύλη

τηλεθόωσα φύει, έαρος δ’ επιγίγνεται ώρη∙

ως ανδρών γενεή η μεν φύει, η δ’ απολήγει.(Ιλ. Ζ’ 148-150)

Πραγματικά ο άνθρωπος είναι ένα φύλλο ίδιου δέντρου – του δέντρου της ζωής. Ο ζωγράφος δεν παίζει με το σύμβολο. Οριοθετεί καταστάσεις ανόδου και καθόδου, καταστάσεις καταπιέσεων και πτώσεων. Άνοδος όταν το «φύλλο» αιωρείται πάνω στο γυμνό τοπίο, μ’ ενδεικτικούς φωτεινούς τόνους-πτώση όταν το «φύλλο» προσγειώνεται, πάλι μ’ ενδεικτικούς τόνους.

Η ζωγραφική, σύμφωνα με τον αφορισμό του Σιμωνίδη είναι ο σιωπηλός, ο εσωτερικός, βαθύς λόγος. Στήνει κόσμο – τον ερευνά, τον μελετά, τον κατατάσσει, τον αναλύει, τον αξιολογεί και τον κρίνει μετά από σύγκριση.

            Στοιχεία αυτής της μορφής βρίσκουμε μέσα στη ζωγραφική του. Αυτά τα στοιχεία τα χειρίζεται άνετα. Έτσι η ζωγραφική του παίρνει μορφή ποίησης: τονίζει στιγμές “πρωϊνού με γλαυκούς ατμούς”, “μεσημεριού που διψά”, δειλινού που το “χρυσώνουν οι αχτίδες του ηλιοβασιλέματος”, νύχτας που “δέρνεται από γλυκούς παλμούς”.

            Ο Κώστας Ευαγγελάτος δεν είναι, με τη σημασία του όρου, «υπερρεαλιστής» – δεν αγνοεί, όμως, το ρόλο του «υπερρεαλισμού». Κρατά, απέναντί του, ίδια στάση: δεν τον χρησιμοποιεί «προκρουστικά». Δεν ανάγει σ’ αυτόν τα πάντα. Απλά τον προσαρμόζει εκεί όπου η προσωπικότητα του τόνου του δεν πνίγεται. Τολμούμε να πούμε ότι κινείται μέσα σε χώρο όπου ανταμώνουν ο κλασσικός με τον ρομαντικό λυρισμό. Με το να γνωρίζει ότι κάθε στοιχείο ζωής, πέρα από την όποια προσαρμοστική του δυνατότητα έχει και δική του προσωπικότητα, παίρνει απ’ ό,τι του δημιουργεί εμπνεύσεις, δίκην μέλισσας, αυτό που του χρειάζεται. Με την τολμηρότητα και την εργατικότητα που τον διακρίνει μας επιτρέπει να πούμε, ότι το μέλλον θα του δώσει τη δυνατότητα να οριοθετήσει, τον δικό του χώρο και να προχωρήσει σε εξελικτικές και δυναμικές φάσεις, παλεύοντας ανάμεσα στο τι διακρίνει το απολλώνειο φως και στο τι επαληθεύει το τιτάνειο έρεβος.

            Γιατί όσα μας δείχνει και μας λέει, ως αυτή τη στιγμή, με φυσικό τρόπο προαναγγέλουν την ώρα της επαλήθευσης του οράματός του.

Άγγελος Φουριώτης
Συγγραφέας – Κριτικός
Ιστορικός της Λογοτεχνίας.

(Το κείμενο προέρχεται από τον κατάλογο της έκθεσης με τα “Αντιμιλιταριστικά έργα” στην Αθήνα το 1981)


«Εγκάρσια πτήση»

Ι

Ποιος άραγε μπορεί 
να σημαδέψει 
τους ιστούς του γαλαξία 
να μπει στη δίνη 
των χρωμάτων της αυγής 
και στο μαβί 
φαράγγι της αβύσσου;
Ποιος άραγε μπορεί 
να δει 
των αστεριών την ιριδένια σήψη 
να νιώσει 
την ταχύτητα του νου 
και το γαλάζιο φως της αφθαρσίας;

ΙΙ

Γράφει με φως.
Φωτογραφίζει ταξίδια ψυχής.
Ο Ζωγράφος 
ανάβει 
με το αίμα του σύμπαν.
Ζωγραφίζει 
την αυτόματη ροή 
των αισθημάτων.
Σκιαγραφεί 
τις νοητές ευθείες των σωμάτων.
Χαράζει 
την αέναη ανάπλαση της ύλης. 
Τρέχει 
στο χάσμα 
που η γλώσσα τιθασεύει 
μ’ αρχέγονη 
σφοδρότητα και πάθος 
το άφατο 
και σκοτεινό της γνώσης.

ΙΙΙ

Τρέχεις κι Εσύ 
τραγουδώντας…

Των απόλιδων είμ’ ο θυρεός 
κι ο τραγικός της νύχτας σκύλος.
Της μέρας είμ’ ο ίσκιος ο χλωμός 
και της αρχαίας γυμνότητας ο φίλος.

Μόνος στο ύψος του βουνού 
πόνου ωδές με συνειρμούς συνθέτω 
κι αν το κορμί μου άναρχα αποθέτω.
Υπάρχει πάντα η ελπίδα του Θεού.

Εγώ που ψάχνω για δροσιά 
στις μυστικές κοιλότητες των βράχων 
και στα αποτυπώματα ευάλωτων πελμάτων 
ανθρώπων που εγκάρσια βυθίζονται στη γη.

IV

Τρέχεις κι Εσύ 
ακροβατώντας.
Σ’ ατέρμονους ορίζοντες αισθήσεων 
μουδιάζεις 
απ’ τις δίνες των ακτίνων 
στη χρονική καμπύλη της Φυγής.
Βουτάς 
σε παλμικές δονήσεις ηδονής.
Εκσπερματίζεις είδωλα 
στη σφαίρα της ροπής σου.
Λυσιμελής λικνίζεσαι 
στην πτήση της νυκτός.

V

Αιφνίδια εγείρεσαι 
με τάνυσμα θανάτου.
Νιώθεις 
το κράτος του εφικτού.
Το όνειρο του πιθανού 
απότομα θολώνει.
Στέκεις σαν έμβρυο.
Μόλις ανασαίνεις.
Μια πλημμυρίδα γρίφων 
σε κυκλώνει…
Πού άραγε ταξίδεψες απόψε;
Πώς ερωτεύτηκες 
με άναρχη ορμή;

VI

Εγκάρσια πτήση 
στο απύθμενο του είναι 
φορτίζει κύτταρα 
του σύμπαντος της γνώσης 
με καλπασμό αγάπης κυβικής.
Βλέπεις κι Εσύ 
κατανοώντας…
Ο κόσμος που ταξίδεψες Υπάρχει.
Κάθε ψυχή που ταξιδεύει Ζει.

Εκδόσεις Άνω Τελεία


Κώστας Ευαγγελάτος

Costas Evangelatos – Greek artist, poet and theorist

Ο Κώστας Ευαγγελάτος γεννήθηκε στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς το 1957. Ασχολήθηκε συστηματικά με τη ζωγραφική και την ποίηση από μικρή ηλικία.

 Το 1973-74, έγιναν οι πρώτες ατομικές εκθέσεις του στο Δημαρχείο Αργοστολίου και στο Μορφωτικό Κέντρο Ιθάκης, με τα εφηβικά του έργα. Παρακολούθησε μαθήματα σχεδίου σε ελεύθερα εργαστήρια στην Αθήνα, με τον ζωγράφο, κριτικό τέχνης Γιώργο Φωκά και τον Γ. Βογιατζή (1976-1979) και σπούδασε παράλληλα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1981 στο Παρίσι συνδέθηκε με πρωτοποριακούς καλλιτέχνες και διανοουμένους, διαμόρφωσε την προσωπική “βιωματική” του έκφραση και θεμελίωσε τις αισθητικές του αρχές.
Μετά την στρατιωτική του θητεία (1983) σπούδασε με υποτροφία εικαστικά και θεωρία της σύγχρονης τέχνης στο Μανχάταν της Νέας Υόρκηs (Παν/μιο The New School for Social Research), στις τάξεις του Allen David και της Pearl Ehrlich, ενώ εξέθεσε στη Νέα Υόρκη τις Σωματογραφίες και τις Εννοιολογικές συνθέσεις του.
Εργάστηκε επίσης στο ατελιέ συντήρησης φωτογραφιών Jose Orraca.
Στη Νέα Υόρκη, στο Ρότζεστερ και στη Βοστώνη δημιούργησε τολμηρές performance-ζωντανά εικαστικά έργα με διεθνή απήχηση.
Το 1986 ανέλαβε καλλιτεχνικός διευθυντής της γκαλερί DADA στην Αθήνα, ενώ το 1990 ίδρυσε την ομάδα σύγχρονης τέχνης ARΤ STUDIO “EST”.
Παράλληλα με τη ζωγραφική έχει ασχοληθεί με γλυπτικές κατασκευές, επιζωγράφιση γεωμετρικών αντικειμένων, ψηφιακές εικόνες και εικαστικά περιβάλλοντα.
Το 2000 γυρίστηκε από τον σκηνοθέτη Γιαν Ράσελ η ταινία «Κώστας Ευαγγελάτος – ο Έλληνας Νάρκισσος», για το Αγγλικό CHANNEL 4.
Επίσης το βιντεο-φίλμ costasest της Αγγέλα Μυλωνάκη, που προβλήθηκε το 2007 στον πολυχώρο Ιανός στην Αθήνα.
Έχει παρουσιάσει θεματικές σειρές έργων του σε ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Νέα Υόρκη, Ρότσεστερ, Αρέτσο, Αβινιόν, Σαντιγί, Παρίσι, Γλασκόβη (Winterschool), Άμστερνταμ, Λευκωσία και σε πολλές Ελληνικές πόλεις και νησιά.(Κεφαλονιά, Ιθάκη, Κέρκυρα, Ζάκυνθο, Λευκάδα, Ναύπλιο, Σύρο, Μύκονο, Τήνο, Χανιά- Κρήτης, Ερεσσό- Μυτιλήνης, Ξάνθη, Καλαμάτα, Κόρινθο κ.α.). Εχει λάβει μέρος σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς συναντήσεις στην Βαρκελώνη, Βαρσοβία, Σβέτσιγκεν, Σέρατζ, Αμιένη, Λίλ, Γκέτενμποργκ (European Echoes), Σαντιάγκο, Μπουένος- Άιρες, Νέα Υόρκη, Ρώμη, Μπολόνια, Μόσχα, Περούτζια, Μίντεν, Σιάτλ κ.ά.
Έχουν εκδοθεί βιβλία και λευκώματα με αισθητικά δοκίμια, ποιήματά του σε οκτώ συλλογές (1975-2011), λιθογραφικά έργα, εικαστικά Ημερολόγια (2008-2015) και έχει κοσμήσει λογοτεχνικές και επιστημονικές εκδόσεις. Διατύπωσε τις θεωρητικές του απόψεις με διαλέξεις, άρθρα και βιβλία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (RAMSHORN, Drama Centre, Γλασκώβη 1994) κ.α. Το 2003 και το 2007 συνεργάστηκε εικαστικά με την Όπερα Δωματίου Αθηνών σε όπερες του Μενότι και του Περγκολέζι. Είναι μέλος επιστημονικών, ιστορικών, καλλιτεχνικών και λογοτεχνικών οργανισμών, του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών κ.ά.
Στην ανεξάρτητη εικαστική πορεία του έχει τιμηθεί με βραβεία, εύφημες μνείες και επαίνους από πνευματικούς φορείς και καλλιτεχνικούς συλλόγους.
Έργα του ανήκουν σε συλλογές, όπως στη Συλλογή της Τράπεζας της Ελλάδος, στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, στo Mουσείο Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης της Φιλοσοφικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών, στην «ΤΕΧΝΗ» – Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρία, στην Πινακοθήκη της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών στη Θεσσαλονίκη, στη Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών, στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος-ACG Collection, στο Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη, στο ΓΕΝ, στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Λευκωσία, στο Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας, στην Εραλδική και Γενεαλογική Εταιρεία Ελλάδος, στη Δημοτική Πινακοθήκη Ιθάκης, στην Αναγνωστική Εταιρία Κέρκυρας, στην Πινακοθήκη Δήμου Κέρκυρας, στο Ιόνιο Παν/μιο στην Κέρκυρα, στο Κοργιαλένειο Μουσείο στο Αργοστόλι, στο ΑΤΕΙ στο Αργοστόλι, στο Μουσείο του Σέρατζ στην Πολωνία, στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο-Δήμος Θεσσαλονίκης, στην Ελληνική Πρεσβεία στη Γαλλία , στο Ελληνικό Προξενείο και στο Προξενείο της Κύπρου στο Παρίσι, στη Foundation Hellenique – Cite International στο Παρίσι, στο Παν/μιο Fordham στο Μανχάταν, στη Βιβλιοθήκη του Le Centre de Sevres στο Παρίσι, στο Fordham University at Lincoln Center στη Νέα Υόρκη, στην Πινακοθήκη του Παν/μίου του Leeds στην Αγγλία κ.ά. Το 2000 ίδρυσε στο Αργοστόλι την Σύγχρονη Πινακοθήκη Villa ΡΟΔΟΠΗ, όπου τους θερινούς μήνες παρουσιάζει εκθέσεις, καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά δρώμενα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (1975-2015)

• Ποιήματα 1973-’75. 1η έκδοση. Αθήνα: Επτάλοφος, 1975.
• 2η έκδοση με προσθήκη νέων ποιημάτων. Αθήνα, 1976.
• Γραφήματα 1977. Αθήνα, 1978.
• Η τολμηρή επίλυση. «Τονικό συμφωνικό ποίημα σε Οοοο μείζωνα», Α΄ γραφή. Αθήνα, 1977.
•Το δωμάτιο (έκδοση τέχνης, σχέδια: D. Yeros, photo: Ρωμύλος Παρίσης). Αθήνα, 1980.
• Μυθογράφημα. Αθήνα, 1983.
• Η τετραλογία της υγρασίας. Αθήνα: Χάος και κουλτούρα, 1993.
• Η οθόνη των ονομάτων. Αθήνα: Απόπειρα, 1996.
• Η ροπή της μνήμης. Αθήνα: Απόπειρα, 1999.
• Αλέα προσομοίων (συγκεντρωτική έκδοση του ποιητικού του έργου). Αθήνα: Απόπειρα, 2002.
• In the small mirror. (forward by Matthew Jennett). Athens: Apopeira, 2003.
• Η ελεγεία των Εκβατάνων. Αθήνα: Απόπειρα, 2006.
• Εγκάρσια Πτήση. (επιλογικό κείμενο δρ. Ηλίας Τουμασάτος). Αθήνα: Απόπειρα, 2011.
• Chemins enchevêtrés, Athènes-Paris: Sylloges, 2011, 2012.
• Πολύσμιγος Αίνος. Αθήνα: Συλλογές, 2014.
• Offrandes Seculaires, Athènes-Paris: Sylloges, 2015.

Δοκίμια:
• Ιδεογραφική σμίλη. Αθήνα: Συλλογές, 1997.

Λευκώματα:
• Προσωπογραφίες και συνθέσεις, 17ος- 2ώνας. Συλλογή Κοργιαλενείου Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου. Κείμενο και αισθητική επιμέλεια έκδοσης: Κώστας Ευαγγελάτος. Επιστημονική επιμέλεια: Γεώργιος Ν. Μοσχόπουλος. Αργοστόλι: Κοργιαλένειο Ίδρυμα, 2004.
• Εξεικονίσεις. Κείμενο: Νίκος Μοσχονάς. Αθήνα: Περίπλους, 2005.
• SCRIPTORIUM. Κείμενο: Χρύσανθος Α. Χρήστου. Αθήνα: Έκδοση Π.Ο.Δ.Α.- του Δήμου Αθηναίων, 2010.
• ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ / COSTAS EVANGELATOS ART-EST, Θεσσαλονίκη: ΑrtLine and Gennesis, 2010.

Κριτικές εκδόσεις για το έργο του:
• Η αισθητική ενατένιση του Κώστα Ευαγγελάτου. Δοκίμιο εικαστικού ήθους. Κείμενο: Λεόντιος Πετμεζάς. Πρόλογος: Ιωάννα Καρατζαφέρη. Αθήνα: Συλλογές, 2001.
• Κριτικές προσεγγίσεις στην ποιητική «Αλέα» του Κώστα Ευαγγελάτου. Συλλογικό, Αθήνα: Συλλογές, 2003.
• Κριτικές προσεγγίσεις στην ποιητική «Ελεγεία» του Κώστα Ευαγγελάτου. Συλλογικό, Αθήνα: Συλλογές, 2008.

Θεωρητικά κείμενα περί τέχνης του Κώστα Ευαγγελάτου σε συλλογικές εκδόσεις:
• Πολιτισμός, Επικοινωνία, Παγκοσμιοποίηση. Επιστημονική επιμέλεια: Κώστας Αντ. Πετράκης, Εκδόσεις ΚΕΡΚΥΡΑ Α.Ε- Economia PUBLISHING, 2011.
• Κριτική της Τέχνης. Κριτική της Κοινωνίας. Επιμέλεια: Βασίλης Φιοραβάντες. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Νησίδες, 2011.
• Προς τη ΝΕΑ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ. Κριτική της Τέχνης, Κριτική της Παγκοσμιοποίησης. Επιστημονική επιμέλεια: Βασίλης Φιοραβάντες. Αθήνα: Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ, 2012.
• Νέα Ανθρωπολογία και Μοντέρνα Τέχνη. Επιστημονική επιμέλεια: Βασίλης Φιοραβάντες. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις ΖΗΤΗ, 2014.