“Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους”
(No Country for Old Men, 2007)

από τη Βάλια Καραμάνου

4 Όσκαρ
Καλύτερης Ταινίας Β΄Ανδρικού Ρόλου, Σκηνοθεσίας, Διασκευασμένου Σεναρίου
2 Χρυσές Σφαίρες
Β΄Ανδρικού Ρόλου (Χ. Μπάρντεμ), Σεναρίου



 “Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους”  (No Country for Old Men, 2007): είναι ένα αριστουργηματικό αστυνομικό θρίλερ με στοιχεία γουέστερν, το οποίο διασκευάστηκε για το κινηματογράφο και σκηνοθετήθηκε από τους αδερφούς Τζόελ και Ήθαν Κοέν, με πρωταγωνιστές τους Τόμι Λι Τζόουνς, Τζος Μπρόλιν και Χαβιέρ Μπαρδέμ.  Στηρίχτηκε  στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Κόρμακ ΜακΚάρθυ (2005).

Η υπόθεση είναι απλή: το 1980 στο Τέξας, κοντά στα σύνορα με το Μεξικό, μια συναλλαγή ναρκωτικών πηγαίνει στραβά αφήνοντας πίσω της πτώματα και μια βαλίτσα γεμάτη εκατομμύρια δολάρια! Ο Llewelyn Moss (Josh Brolin) είναι ένας άφραγκος τυχοδιώκτης, χωρίς κανονική δουλειά, παντρεμένος με μια νεαρή σύζυγο, με την οποία μένουν σ’ ένα τροχόσπιτο. Πρόκειται για έναν συμπαθή περιθωριακό τύπο, πρώην βετεράνο, που αδυνατεί να ενταχθεί επιτυχώς στην σύγχρονη κοινωνία, χαρακτήρας που συναντάται συχνά σε τέτοιου είδους ταινίες. Ο Llewelyn φυσικά αρπάζει την βαλίτσα παίρνοντας παράλληλα σχολαστικά μέτρα προκειμένου να καλύψει τα ίχνη του (στέλνει την γυναίκα του στην μητέρα της, αλλάζει την τοποθεσία και την εμφάνισή του, κλπ) ώστε  να καταφέρει να  ξεφύγει από «κυνηγούς» της συμμορίας. Είναι η στιγμή που μια απλή ληστεία θα γίνει ο μίτος ενός ξέφρενου κυνηγητού που δεν θα σταματήσει παρά μόνο όταν επιτευχθεί ο στόχος. Μέσα σ’ αυτό το «κουβάρι» βίας εμπλέκεται και ο σερίφης της κομητείας  Ed Tom Bell (Tommy Lee Jones), ο οποίος αναλαμβάνει να βρει πρώτος τον κλέφτη για να αποτρέψει τα σκληρά αντίποινα. Ο Ed βρίσκεται στο λυκόφως της καριέρας του, καθώς έχει αποφασίσει να βγει στην σύνταξη μετά την συγκεκριμένη αποστολή. Απογοητευμένος δηλώνει πως «περίμενε τον Θεό να τον επισκεφτεί» μάταια. «Και δεν Τον κατηγορώ», συνεχίζει. Βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στο παλιό κόσμο της άγριας Δύσης των γελαδάρηδων και των Ινδιάνων και στον νέο, απάνθρωπα βίαιο και σκληρό. Ο ίδιος δεν μπορεί να αποδεχτεί αυτήν την βία, ούτε και ν’ αντιδράσει. «Δεν μπορείς να σταματήσεις αυτό που έρχεται» του δηλώνει ο άλλοτε βοηθός του σερίφη πατέρα του, που είναι χρόνια καθηλωμένος σε αναπηρικό καρότσι από την σφαίρα ενός κακοποιού. Η βία πάντα υπήρχε,  «ο τόπος αυτός ήταν πάντα σκληρός με τους ανθρώπους του». Ωστόσο, ο Ed δεν σταματά, παλεύει να προλάβει τον αντίπαλο σε έναν άνισο αγώνα.

Και εδώ ερχόμαστε στον  Anton Chigurh (ο Javier Bardem μεγαλουργεί στον ρόλο αυτό), τον Κακό, τον Κυνηγό ή καλύτερα την ενσάρκωση του απόλυτου, διαβολικού Κακού. Ο Anton  δεν είναι άνθρωπος (σε αυτό συμβάλλει η περιβόητη κόμμωση και το παρουσιαστικό του γενικά), είναι μια μηχανή εξόντωσης , χωρίς εξάρσεις, αισθήματα, άγχος, πόνο, θυμό ή μίσος που καταδιώκει τον στόχο και τίποτα δεν είναι ικανό να σταθεί εμπόδιο στο πέρασμά του. Αινιγματικός, ερεβώδης, σαν ένα ρομπότ σκοτώνει ό,τι ή όποιον συναντά στον δρόμο του με έναν σωλήνα πεπιεσμένου αέρα μέχρι να βρει το ζητούμενο. Και φυσικά, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες του σερίφη, βρίσκει το θύμα του τελικά και το αποδεκατίζει. Ο Anton είναι η νέα εποχή,  αυτό που έρχεται σαν σαρωτικό κύμα που κατατροπώνει τα πάντα σε έναν ανελέητο κύκλο αίματος.

Η ταινία κορυφώνεται αργά, δημιουργώντας στον θεατή το αίσθημα της δυσφορίας και την αγωνία της καταδίωξης, χτίζοντας σταθερά μια δραματική ατμόσφαιρα, που όμως ποτέ δεν φτάνει στην κάθαρση και την εξιλέωση. Η ουσία της  αποτυπώνεται στον μονόλογο του σερίφη, που ως συνταξιούχος πλέον, απολαμβάνει αμήχανα το πρωινό του μαζί με την γυναίκα του. Μια νέα ζωή απλώνεται μπροστά του χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτό, εκτός από την παραίτηση. Οι γενιές περνούν, τον προσπερνούν ανεμπόδιστα, ραγδαία. Ο παλιός κόσμος έχει δώσει την θέση του στον νέο, που είναι με την σειρά του ήδη γερασμένος, ζοφερός και παγωμένος. Ένας ακατανόητος κόσμος, που ο Ed έχει πάψει να προσπαθεί να τον εξηγήσει.

 «Είδα στο όνειρό μου τον πατέρα, μονολογεί. ’
Ίππευα μέσα στην νύχτα και στο χιόνι και εκείνος απλά με προσπέρασε με το άλογό του.
Ήταν σκυφτός και τυλιγμένος σε μια κουβέρτα και κρατούσε ένα κέρατο με φωτιά μέσα του.
Ήξερα πως με προσπέρασε και ότι θα με περίμενε εκεί, όπου θα είχε ανάψει φωτιά μέσα στο σκοτάδι.
Δεν το έβλεπα, αλλά το γνώριζα.»

Βάλια Καραμάνου

“Ένας Τεξανός εργάτης (Μπρόλιν) βρίσκεται στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή: Μετά από μια εξαιρετικά φονική και τελείως αποτυχημένη εμπορική συναλλαγή μεταξύ εμπόρων ναρκωτικών, παίρνει μια τσάντα με πολλά χρήματα που προφανώς δεν του ανήκει και βρίσκεται στο στόχαστρο ενός μυστηριώδους και ασταμάτητου δολοφόνου (Μπαρδέμ). Ο τοπικός σερίφης (Τζόουνς) αναλαμβάνει να προστατεύσει αυτόν και τη γυναίκα του. Ένα υπαρξιακό γουέστερν του παραλόγου, που στην ουσία αψηφά την κατηγοριοποίηση σε συγκεκριμένο είδος και αποτελεί την ωριμότερη κατάθεση των αδελφών Κοέν για την έλλειψη εμπιστοσύνης, την ανθρώπινη νοσηρότητα και τη ραγδαία εξάπλωση της βίας, σε έναν κόσμο άφιλο και ένα περιβάλλον αφιλόξενο, χαλαρά κι ανάποδα συγγενές του επίσης άνυδρου Φάργκο. Ίσως η πιο σκοτεινή ταινία (στην ουσία μια εκκρεμής τραγωδία με αδήλωτα στοιχεία υπονομευτικής κωμωδίας) που έχει πάρει σημαντικά Όσκαρ. Αν της αξίζουν; Και με το παραπάνω!”

Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος


Imdb της ταινίας Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους (2007)
Photo gallery imdb της ταινίας Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους (2007)


Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους
(No Country for Old Men)

Η.Π.Α., 2007

Παραγωγή: Ίθαν Κοέν, Τζόελ Κοέν, Σκοτ Ρούντιν
Σκηνοθεσία:  Ίθαν Κοέν, Τζόελ Κοέν
Σενάριο: Τζόελ Κοέν, Ίθαν Κοέν – Βασισμένο στο βιβλίο του Κόρμακ Μακάρθι
Φωτογραφία: Roger Deakins
Μοντάζ: Ίθαν Κοέν, Τζόελ Κοέν (ως Roderick Jaynes)
Μουσική: Κάρτερ Μπόργουελλ
Πρωταγωνιστούν: Χαβιέρ Μπάρντεμ, Τζο Μπρόλιν, Τόμι Λι Τζόουνς, Γούντι Χάρελσον, Κέλι Μακ Ντόναλντ
Διάρκεια: 122 λεπτά



Eπιμέλεια δημοσίευσης Ευμορφία Καλύβα


Βάλια Καραμάνου (Συγγραφέας) – Βιογραφία