«Μικρά ταξίδια»

[… Ένα περίεργο πρωινό σήμερα που ο ήλιος σχεδόν το σκεφτόταν, να μην λάμψει όσο του αναλογούσε μια πρωινή ημέρα του κατακαλόκαιρου. Οι σκιές γλύκαιναν τα χρώματα πάνω στα σπίτια και τα υφάσματα των σπιτιών έμοιαζαν να θέλουν να θολώσουν το χρόνο, κάπου ανάμεσα στο μοδάτο vintage και το όμορφο πολυκαιρισμένο των αναμνήσεων.

Πονούσε ο λαιμός μου, ξερόβηξα κάμποσες φορές και μπερδεύτηκε η σκέψη μου με το όνειρο της φίλης που πετάχτηκε με την ιδέα πως είχε κολλήσει κορωνοϊό, λες και ήταν ψίχουλα να πέσουν από πάνω της. Ξυπνούσα να ετοιμαστώ για ένα σύντομο καλοκαιρινό ταξιδάκι στα νησιά του Αργοσαρωνικού, μια και όλη η κρίση της εποχής απαγορεύει τα μεγαλύτερα. Κίτρινο της ώχρας έμπαινε από το παράθυρο κι μια μικρή ανάμνηση άγγιζε τα κλειστά βλέφαρα. Όταν μισάνοιξα τα μάτια συνέχισε να παρενοχλεί αυτός ο πονόλαιμος. Άστον να περάσει, θα μείνω αδιάφορη είπα, ήρθε ένα μικρό εμπόδιο του χρόνου να δείξει πόσο αδιαχείριστος είναι.

Ανασηκώθηκα με λίγη δυσκολία και άρνηση μαζί, μην τυχόν και χάσω αυτή τη μικρή μαγεία της στιγμής και σκέφτηκα πως οι μαγικές στιγμές τελικά είναι πολλές, αλλά καλά κρυμμένες έτσι που να τις ψάχνουμε και να τις αναζητούμε κάθε λεπτό. Κυνηγητό, το παιχνίδι του αληθοφανούς χρονικού στιγμιότυπου, να το πιάσεις και τη στιγμή εκείνη πάνω στα χέρια σου να μεταμορφωθεί σε μια παλιά παιδική σκέψη, σαν αυτές που είχαν γεύση και άρωμα, να, καλή ώρα σαν αυτή το καλοκαιριού που είναι γεμάτη αρμύρα της θάλασσας και άρωμα από μισογινωμένα σύκα.

Και πώς να χωρέσει η απλή σκέψη του παρόντος πως το κορμί μας, τόσο φθαρτό, άλλοτε λαμπρό κι άλλοτε σιχαμερό, μπορεί να βρει το μυστικό δρόμο να ταξιδέψει στα πέρατα του χρόνου, να γυρίσει πίσω στη γλυκιά αγκαλιά που έθρεφε τα όνειρα και πάλι με ένα πηδηματάκι να ξαναβρεθεί εδώ στο σκληρό και ανελέητο παρόν που τίποτα θλιβερό δεν του λείπει, όπως ποτέ δεν του έλειψε άλλωστε.

Θα σηκωθώ να ετοιμάσω το ζεστό καφεδάκι του φθινοπώρου κι ας είναι κατακαλόκαιρο, όλα συντελούν πως είναι φθινόπωρο. Ο ήλιος βαρυγκωμά, τα ταξίδια λιγοστεύουν, οι αγκαλιές με δισταγμό, τα φιλιά… Τα φιλιά που πήγαν; Βρίσκω από ένα σε κάθε ανάσα και τα μαζεύω από τον αέρα, φιλιά που δίνονται «εξ΄αποστάσεως». Ναι, από απόσταση χώρου, από απόσταση χρόνου, ίσως και μελλοντικά φιλιά που θα μαζεύουμε σαν τις εύθραυστες πεταλούδες, με μεγάλη προσοχή. Τα καλύτερα ταξίδια είναι αυτά που φανταστήκαμε και βρεθήκαμε σε μέρη μαγικά. Τι έμεινε εντέλει από τα αληθινά που δεν έγιναν, η ανεπάρκεια και η δειλία μας…

Ας απολαύσω το πρωινό καφεδάκι. Μα αυτό το εμπόδιο πάλι στο λαιμό μου, κάτι έχει μείνει σαν τρίχα, σα να με πνίγει άθελά του, βάζω το χέρι μου και τραβώ. Το τραβώ κι όλο βγαίνει. Ένας μικρός σπάγκος σαν αυτόν του χαρταετού, μα πως βρέθηκε εκεί; Τον τραβώ να βγει επιτέλους. Ούτε ένα καφέ δεν μπορούμε να απολαύσουμε αυτό το καλοκαίρι. Όσο τον τραβώ όμως πονάει, κάτι είναι δεμένο μαζί του που όσο τραβώ τόσο σκαλώνει. Σα να μην θέλει να βγει. Σα να ρίζωσε μέσα μου. Ήμαρτον κύριε, όπως θα έλεγε η γιαγιά μου. Όχι, πεισματικά αντιστέκομαι και επιμένω. Μια βγαίνει μια σκαλώνει…

Εναρμονίστηκα κι εγώ στην κίνηση να το βοηθήσω… Ξεπήδησε ένα αγκίστρι πίσω από το σπάγκο… σαν αυτά του ψαρέματος, από αυτά τα μικρά για μικρά ψαράκια. Σχεδόν ανύπαρκτο…
Πως μπορεί να βρέθηκε εκεί, αυτό το σιδερένιο αιχμηρό πραγματάκι;
Το κοιτάζω πολλή ώρα και συνομιλώ με το χρόνο. Τι υπήρξα πριν λίγο, ψάρι ή γάτα, κυνηγός ή κυνηγημένη; Αν ήρθε από το παρελθόν ή ξέπεσε από ένα θλιβερό μέλλον που δεν θα έρθει; Μελλοντικοί πόνοι που διάλεξαν άλλο σώμα να βασανίσουν.
Όπως και έχει είναι εδώ στα χέρια μου, ο λαιμός μου δεν με πονά πια και θα απολαύσω τον καφέ μου… Ίσως τώρα ξύπνησα, τα σωθικά μου συνηγορούν πως τίποτα δεν υπήρξε, και ο ήλιος γίνεται όλο και πιο φωτεινός.

Μετά τον καφέ μου θα ετοιμαστώ για το μικρό μου ταξιδάκι, να συναντήσω μια πολυαγαπημένη φίλη από τα νεανικά μου χρόνια…]

8/8/2020
Ευμορφία Καλύβα 

 

Ευμορφία Καλύβα (Ποιήτρια – Γεωλόγος) – Βιογραφία