Ο γιός τς – Ηλίας Παπακωνσταντίνου
«Εντός των τειχών»



Ο γιός τς

Κρούξτε ουλ μέσα, χάθκαμ και παγαίνομ. Δεν είδτε φτο το μαγκούφ; Παλάβως! Θα μας γδαρ ουλνούς ζωντανούς το θρασίμ. Ψόφο ναχ λίγορα για να γλιτώσομ. Παμ κατά διαβόλ, αμπαρώθκε ο ψχη μας.                                                

Μη κνιέστε ντιπ απ τα σπίτια, ούτε για δραμιού, ούτε για δλιά, ούτε στς εκκλησές, πθενάα, τα πρώτε μέρες δηλαδή, για να ιδούμ τι γίνετ. Είμας για νάειμας μμμ… ξεγείγκλωτ ολότελα. Ποιος ξερ ποια σκλήτσα φέραν φτο δα τ΄ αχρόνιαγο… να μη προλάβνε να βγάνε τ΄ νύχτα, ταχιά αχάραγα ναν κακαβούλ.

Στα σπίτια τηράει ο ένας τον άλλον μουρωμέν, σχάθκαν να τηριώνται τόσο γκαιρό. Τα παιδιά, μας ντραλίσαν και θα δόσωμ στα ποδάρια. Τα πλύναμ ούλα, βγάναμ τα μάτια μας στν οθόν, κόλλσε το φτί μας στο τηλέφωνο, τα βάψαμ ούλα, γίναμ μαγείρ, κλαδέψαμ ούλα τα δέντρα. Κρουμ μέσα ουλ τνώρα και φτο το αχάλαγο δραμεί σ΄ ούλο το γκόσμο και ζαμπλαρών τσ ανθρώπ. Κο να ντόρθ το σκληκ.

Ξέρω και καμποσνούς πθα μέναν στο σπιτ με χαρά, αλλά μ΄ αλλ παρέα αντάμα, αλλά που να κρίνε. Τώρα έχνε δως εξετάσες, ουλ τνώρα μες ζτρούπα και τρών τα σκουτιάτς κι πιο πολλοί αξούργοι. Κάποιοι π΄ βγαίνε όξω, τσ λεπς κι έχνε ψοδώς, τηράν σα ξεφταλαγιασμέν, με κοντοσκοπιά, μουρουγκλιασμέν, φταρωμέν, μερελοί και κωλοφσάρδες. Ααααχ… γίναμ ουλ απίστομ και υποκόντριοι. Άσε και κείνο το γμαροφτάρωμα π΄ κάνε μόλις τηριώνται, λες και λέπνε το τσούλο γκαμήλ.                                                                                                       

Δω πτα λεμ εχ και τα καλάτ, κάμαμ δλιες πδε θα τς κάναμ ποτέ, είδαμ τσι δκους μας, κλείσαν κάμποσα μαγκούφια εργοστασία και ξελαχάνιας ο πλανήτς. Οι θάλασσες αρχίσαν να ψοκαθαρίζνε, ξεχερσέψαν κάμποσα χωράφια, τα πλια ξεφταρώθκαν, άρχις να καθαρίζ ο τόπος κι ο ουρανός. Λγοστέψαν τα σκουπίδια στς τενεκεδες, λγοστεύνε τα αδέσποτα στσιλιά γιατ δράμουν ουλ να τα πάρνε στο σπιτ για να τα βγένε όξω βόλτα και να βγένε και φτοί μαζί. Ξεντραλίστκαμ απ΄ τ΄ αμάξα, έπες η τιμή στο πετρέλαιο, γλυτώσαμ και τα λεπτά απ΄ τσ βόλτες. Μας ήβραν όφλοι φτα τ΄ αποχτισήμια και μας ζαμπλαρώνε με φτο δα π΄ σοργάστκαν. Θα τούειχαν από χρόνια φτιας το σκέδιο και το ρίξαν να κάμνε τη δλιατς.                                                                                                   

Λεπς το γκόσμο να στελν φωτογραφίες και δε τσ γνωρίζεις, άλλος έγιν ποταμολίθαρο κι άλλος βούλθο απ΄ το φαί , γιόμσε το φβ μπακοτσίλδες. Άλλος φταρωμένος, άλλ αξανάγλιστ , άλλος ψοταταρτζέ, άλλ το ρίξαν στ θρησκεία. Αλλά αχαμνός κανένας, μπήχνε ουλ σα λσασμέν.

Κι άμα θες να βγεις όξω χαχα, γραφς χαρτί με τα στοιχείας ούλα, που πας τι ώρα φεβς και τι ώρα θα γυρίσεις κι οχ μακριά, κειδά στ΄ γειτονιά και πίσω μέσα. Χούντα σλέω κι ακόμα…

Τ’ αγριογούρουνα εμφανίστκαν στν αγορά τσ Λαμίας, τα αγριόγδα μπήκαν μέσα τα χωριά και ψάχνε τς ανθρώπ, οι αρκούδες κάναν βόλτες μες τ Καστοριά στ μπεραντζάδα σα να ψάχνε για μπραζέρδες. Στ Δεσφίνα πιάσαν τ΄ αραδίσματα τσαόξω, φάγαν τα λθάρια, κει πδε νταξέραν ντιπ, και στναγορά μοναχά ο Σπύρος… ατάραχος ρεμβάζ. Δε βλογάει ψχή όξω στς δρόμ, οξόν κάνα στσιλί, κάνα πλι και καμιά γάτα δε λεπς τίποτ άλλο, εξαφανίστκαν οι σουρτούτσες κ οι ρουγκαβλεδες απ΄ τ΄ πιάτσα.                                                      

Ως να γιν κομμάτια φτο δα, θα χομ δως στα ποδάρια ετσ πόχωμ ξεφταλαγιαστεί. Είχαμ και τσ αλλνούς π΄ λέγαν ατάραχ οτ δε κολλάμ όταν θα μεταλάβωμ και δε βρισκέταν ένας δικαστής να τσ μπήξνε μέσα τσ εγκληματίοι. Ήταν οι πρωτ πόπρεπ να τηράξνε βαθύτερα, αλλά τα καλά και συμφέροντα ουλούθε…

Ουλ φτοί δα π χαλάν το γκόσμο για το καλό μας, ειν διαβόλ και τριβόλ, αντίσκαφτ… Να ιδείτε φτοι πθα φτιάσνε το φάρμακο, θα τρων με χρυσά χλιάρια κι ο κόσμος θα κμάται ορθός. Ούλα τα κάνε για φτα τα μαγκούφια τα λεπτά και τν εξουσία. Απ το Μάη άκσα ότ είχαν περάσ λέει νόμο για το εμβόλιο και για τσιπάκ, βγήκε και σντηλεόρας φτο δα το θρασίμ, το βούλθο ο Μπένυς, ναι ναι ο γνωστός Μπένυς πδεν έγιν ποτέ αρχηγός, ως κι ο Γιωργάκς τον εζαμπλάρως, κ έλεγ να βάνωμ το τσιπάκ… ακούτε το θρασίμ, το τυφλοκούτσουρο, ο απίστωμος άνθρωπος… εεεε ρε πλάκες, λέπω διαδήλως στο Σύνταγμα τ Λουκά μαζί με τσ αναρχικούς χερ χέρ, χαχαχα.

Ανοίξτε τα γκαβά σας και δραμείτε να ξεσφαγιάστε… τσ αίτιοι πουν πίσω απ ούλα φτα δα, έχνε πολλά χρόνια π  μπήχνε το βελόν ατο κεφάλ μας. Φουνάζνε κάποιοι από χρόνια ή τα σλοϊζότσαν και τα γράφαν, αλλά τσ λέγαν παλαβούς και ξέρτε ποιοι το λέγαν… φτοί δα πθα βγάνε το εμβόλιο κι η παρέατς π τσέχνε βαν σ΄ ούλα τα πόστα τσεξουσίας.

Τσε πλες, μια κείπαμ για γκουβέρνα… ήβραν τν ευκαιρία οι εξουσίες τώρα στν αναμπαμπούλα και περνάν οτ νόμο θέλνε και τσ συμφέρ, από πούθε να φλαχτείς, τι να σλοϊστής και σε ποια δημοσά να ζέψεις τ΄ όνειρός. Θέλνε τέτοια λούρα… και ναν ψλη από αγριλιά, αλλά δε φταιν φτοι, φταιν οι ψόκουτ πτς ψηφίζνε και χαζοδραμούν πίσω απ τον ίσκιοτς, μπαρμπαρίζνε πλες οι ψόχαζ, για το ποιος εχ περσσότερα δράμια χαζομάρα. Βγάναν και βαβξά οι καλές μας εξουσίες, για το καλό μας… να ξέρτε οτ φοβερίζνε απ΄ το φόβοτς μη ξυπνής το θύμα και το ψώνιο πόλεγ ο Ξυλούρς, αλλά τι λέω ξυπνάει το ψώνιο π΄ κάθε μέρα το ψωνίζνε και το πθουρίζνε μ αλλόκοτα παραμύθια. Το πθουρίζνε όπως πθουρίζαν οι γναίκες τς κουραμπιέδες με ούζο χαχαχα.

 Όταν θα ξαναβγούμ όξω θα κάνωμ σαν ασνόριαστ, άλλ θα δραμούν στς ψυχολόγ, άλλ στς πνευματικοί, κει να ιδείτε γλέντια . Αλλά ιγώ κάθομ και κλαίω, κλαίω αλήθεια τσ καημέν τσ εργοστασιάρχες, τσ μεγαλοεμπόρ και τσ εκκλησές πχάσαν τσ πελάτεστς, φτνους δα σλοίζομ ουλ νώρα. Ειμείς οι καλλιτέχνες είμας πλούσιοιιι, δε θελωμ βοήθμα απ΄ το κράτος, τστο χαρίζομ, έχωμ μεγάλ καρδιά, ετς δεν ειν συνάδελφ; Ας τα κρατής η καημέν η κυβέρνης μη βγει στο συσσίτιο και ξεφτιληστούμ διεθνώς. Άσε π΄ ο καημένος ο πρωθυπουργός μας, ναι ο δκος μας λέω, δεν έχει να φάει, ο καταδκός μας άνθρωπος πνάειιι. Μτούειπαν μπιστευτκά κατ χασαπόσκλα τ΄ κόμματος, ναι ναι φτα δα τα yes sir, τα ξέρτε ντε, έχνε τ΄ γνωστή οψ. Πριν καμιά πενηνταριά χρόνια, το πρωί γιόμζε ο τόπος καλμέρες, τώρα εχ γιομίς συμφέροντα κι ειν και ντιπ φτηνά. Που να κρίνε για τα ανθρώπ π΄ χσάσαν τα δλιες τς και δεν έχνε να φαν, που να κρίνε για το τι πρεπ να τρωμ για ναν θερίο ο οργανισμός ν΄ αντιμερωπίσ΄ φτο το διάολο π΄φέραν. Κρένε όμως στν τηλεόρας, λαλάν ουλ τ΄μέρα και τ΄νύχτα για τα υποπροϊόντατς που πλαν οι ίδιοι.

Ίσως πολλοί πδε σνοριάζαν και πολλά πράματα, τώρα να ΄χνε ψομερστεί (δε το φαντάζομ αλλά τέλος πάντων) οτ η ζωή δεν ειν΄ δλια, σπιτ, τηλεόρας, κουμπιούτερ και χαζοκβέντες. Ειν΄ κι άλλα πράματα. Δε σας τα λέω, να τα ανακαλύψτε μοναχοί σας, να δλευ λίγο το μαγκούφ το μυαλό κι οχ να καταηγορούμ ο ένας τον άλλον και ουλ τνώρα στα φέισμπούκια να κάνωμ τς καμπός κι ένα ρημάδ βιβλίο να μην έχομ ανοίξ. Ο χαζοεγωισμός εχ περάς το μεγάλο πλάι στς μέρες μας… και τ΄ δικαιοσύν  τν έχνε τλυξ τα στρίκια..βρε μες στ΄ λίμνο θέλνε και ναν παγωμέν.

Μη ντονε φοβάστε ντιπ, ολότελα, άμα τον εϊδείτε ζεματίστε τον, ριξ απάνω άνθρωπε και μπηξτ όσες δεν έφαγ στ Γκίνα, στν Ιταλία στν Ισπανία και στν Αμερική, το θρασίμ. Φλαξ, φλαξ, φλαξ μπας και βοδώσομ και το πδήξωμ το ποτάμ και ρθει το καλοκαίρ και παμ για κάνα μπάνιο στα Γιννμάκια, ουλ καλεσμέν θάειστε. Φλαχτείτε απ τς επιτήδιοι κι ούθε είστε χορέψτε ακόμα και μοναχοί σας, πιείτε  μποροβίκο και μπεβάδα, φουνάξτε και γκαρίστε για να ξεδόστεεεε.

Ηλίας Παπακωνσταντίνου

Συμμετοχή στα πλαίσια του συλλογικού λευκώματος: «Εντός των τειχών» e-musa.gr.


Ηλίας Παπακωνσταντίνου (Συγγραφέας) – Βιογραφία