«Πάντα»

 

 

Κάποτε είδα ένα μεγάλο όνειρο αγάπη μου.

Είδα ότι υπάρχεις.

Ήταν Άνοιξη.

Φόραγες εκείνο το κατακόκκινο φόρεμα με τα μικρά λευκά γιασεμιά..

Περίμενε, σου φώναξα καθώς έφευγες

κι έσκυψα να τα μυρίσω.

Μα γίνηκε ξάφνου αγέρας δυνατός.

Το φόρεμα ανασηκώθηκε και είδα τότε,

ω αγάπη μου,

είδα τότε τις χιλιάδες λεπτές απολήξεις του κορμιού σου

να με καλούν, σε μια μοναδική αιωνιότητα.

Και τα γιασεμιά, εκείνοι οι μικροί λευκοί πλανήτες να περιστρέφονται γύρω σου… δοξάζοντάς σε.

Αν κάποτε υπάρξει ζωή σ’ ετούτο τον νεκρό κόσμο,

θα γίνει επειδή ανασαίνεις

κι αν η φύση ζητήσει συνεργό στο αποτρόπαιο έγκλημα της ομορφιάς,

αυτό θα είναι γιατί μου χαμογέλασες.

 

Έλα κοντά μου, σου φώναξα ένα απόγευμα υγρό.

Εσύ γύρισες, με κοίταξες, πέταξες τα ρούχα σου και με τύλιξες σφιχτά, τόσο σφιχτά,

που η θέρμη μας έκαψε το δωμάτιο με μια υπέρλαμπρη φωτιά.

Κάπως πρέπει να δώσει σε όλο αυτό σημασία ο Θεός,

αναφώνησα

κι εσύ με κοίταξες με εκείνα τα μάτια σου,

αχ τα μάτια σου,

που φωτίζουν τις νύχτες τα φτωχικά σπίτια

και τις ρημαγμένες γειτονιές,

που ξαστερώνουν τη συννεφιά

και λυτρώνουν του πόθους… και δεν μου μίλησες.

Μόνο με άφησες να καταλάβω αγάπη μου,

πως όσο υπάρχεις εσύ,

εγώ, πάντα μέσα σου…

θα έχω έναν τόπο να ζω.

Βασίλης Κοκκώνης

 

Βασίλης Κοκκώνης (Ποιητής, Ζωγράφος, Γλύπτης, Κριτικός θεάτρου) – Βιογραφία