Το Κάλλος το Ιόνιο – Σπύρος Ζαχαράτος
«Εντός των τειχών»

Ευχαριστούμε τον επτανήσιο ποιητή που έγραψε και μας έδωσε προς δημοσίευση ένα τέτοιο έργο του!
Ίσως φανεί παράτολμο για το «Εντός των τειχών» να αιχμαλωτίσουμε στο στενό χώρο των τειχών, της στεναχώριας, το κάλλος της πατρίδας μας και στη συγκεκριμένη περίπτωση «Το κάλλος το Ιόνιο» του Σπύρου Ζαχαράτου. Δημιούργημα ενός σεμνού ποιητή – ντροπαλός λέει ο ίδιος – που δεν ξέρει απ΄ τις ατραπούς της προβολής και συνειδητά δεν θέλησε να μάθει.
Το ποίημα αυτό θ΄αποτελέσει τον κορμό της ομότιτλης συλλογής του ποιητή «Το κάλλος το Ιόνιο», που θα ακολουθήσει τις «Μινιατούρες». Θα περιλαμβάνεται σε συλλογή μαζί με άλλα ποιήματα αφιερωμένα ή με θέμα το Ιόνιο.
Πρώτες δημοσιεύσεις του «Ιόνιου κάλλους» έγιναν στη «Φιλολογική χρονιά» της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και στην «Κεφαλονίτικη πρόοδο» της εκλεκτής κυρίας του Ιονίου Αμαλίας Βουτσινά.


Παλιός Χάρτης Ιόνιων Νησιών «Carte des Isles Ste Maure, Caphalonie et Zante», χαλκογραφία, J. Roux 1779.

Σημείωμα του συγγραφέα για “Το Κάλλος το Ιόνιο”:

[Εδώ τα χρώματα είναι παιδιά της χίμαιρας, της έκστασης. Βρισκόμαστε στον ευδαιμονισμό της ουτοπίας. Οι νύχτες ψιχαλίζουν φως, υποσχέσεις περιπλάνησης. Επτάστερο θαύμα φωτίζει το δρόμο, την ψυχή. Οι απουσίες θα συγχωρεθούν μ’ επιστροφές. Το ξέρω, άλγος γυρισμού τρυπάει τα κόκκαλά σου.

Σε τούτα τα χώματα υπάρχει κατάνυξη. Μια σύνθετη μυσταγωγία τεχνών. Τραγικό κι ευδαιμονικό ταξιδεύουν στο ίδιο κύμα – ποίημα. Δεκαπεντάστερο το κάλλος το Ιόνιο. Τόπος του μύθου, γεμάτος ρωγμές. Έρωτας, θάλασσα τρελό σμαράγδι. Άνθρωποι μυημένοι στην ομορφιά, στην αρμονία. Ανέσπερα σώματα χορεύουν στην αντηλιά του χρόνου. Αλήθεια πώς μετριέται η ομορφιά, πώς μιλάνε στο νερό και σε ποια γλώσσα; Με δίψα και πόθο ταξιδεύεις για τη δική σου Ιονιότητα…

Εδώ φτάνεις από παντού. Η αμεσότητα του κλασικού, ώριμος καρπός αισθήματος και στοχασμού. Φρεσκοπλυμένα ρούχα στον ουρανό. Άρωμα λεβάντας, άνθη σπάρτου, ασπάλαθου. Άγιοι οι καθημερινοί άνθρωποι. Ειρήνη με συμμετρία. Μαργαριτάρι μέσα στ’ όστρακο.

Σπέρνοντας αστραπές επτανησιώτικες, νικάς το σκοτάδι. Δίνεις υπόσχεση πως κάτι άλλο υπάρχει, όπου δε βασιλεύει η φθορά.

Αυτό που λεν οι Ποιητές· Αθανασία!…]


Το Κάλλος το Ιόνιο

[150 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
1864-2014]

 

Θαλασσοφίλητη πατρίδα
πικρή και αιώνια Ελλάδα
σε ονειρεύομαι μ’ ελπίδα
Ελευθερία και τη δάδα.

 

Α I

Κατοικημένων και ακατοίκητων παραδείσων.
Αίνο τους πλέκω ταπεινό
μ’ αίμα βελόνι και κλωστή
και της ψυχής γραφίδα.
Υμνώντας όλο το φως
Δεκαπεντάστερο το κάλλος το Ιόνιο.

II
Νήσοι θησαυροί ανεκτίμητοι. Μνήμη της πέτρας.
Τα πιο κρυφά μας όνειρα φυτρώνουν στις κορφές σας.
Ω!…
Ζάκυνθε, Κεφαλληνία, Κέρκυρα
Λευκάδα
Ιθάκη, Παξοί και Κύθηρα.

ΙΙΙ
Μικρό Ιόνιο της καρδιάς μας. Μνήμη του νερού.
Μαθράκι, Ερίκουσα, Οθωνοί
Αντίπαξοι.
Μεγανήσι, Καστέ, Κάλαμε
και Αντικύθηρα.

IV
Οι βράχοι ολομόναχοι φρουροί που αναμένουν.
Μνήμη της πέτρας, του νερού και της αλμύρας μνήμη.

Ες αεί το Ιόνιο

Βότσαλα σας φιλώ.
Χαϊδεύω τους βράχους τους δαρμένους
απ’ την οργή των κυμάτων.
Η ανάμνηση δάκρυ που στάζει
στον ανθό και στο αλάτι.
Αθάνατα τα λόγια και τα όνειρα.
Αθάνατοι κι οι πρόγονοί μας.

 

Θέλω να πω ένα τραγούδι

Θέλω να πω ένα τραγούδι
για μια κομμένη αναπνοή
να ’ναι σαν κόκκινο λουλούδι
και σαν την άπονη ζωή.

Να ’χει κραυγή σαν του Λευτέρη
για όσους μείναν αμανάτι
να ’ναι σαν δίκοπο μαχαίρι
που ’χουν στον κόρφο οι φευγάτοι.

Θέλω να πω ένα τραγούδι
για κάποιο άστρο της αυγής
να ’ναι σαν κόκκινο λουλούδι
να πάψεις να αιμορραγείς!

 

Το πάθος το αιώνιο

Του Κάλβου και του Σολωμού
τα λόγια θα σου ψάλλω
κι ένα λουλούδι του γκρεμού
στο πέτο θα σου βάλω.

Και θα ναι το Ιόνιο
το πάθος το αιώνιο
σε κόλπους κι ακρωτήρια
θαύματα και μυστήρια!

Τα λόγια του Σικελιανού
να τα ’χεις για κειμήλιο
με χίλια τρέχω με το νου
να βρω αγκαλιά και ήλιο

Βαλαωρίτη, Μαραμπού
θέλω να καταλάβεις
του δειλινού μου του θαμπού
δάκρυ να μεταλάβεις…

 

Β Ι

Μυριόστομη είν’ η ευχή κι η μνήμη της αλμύρας.
Να ταξιδεύετε με σιγουριά στους αιώνες
οι πρόγονοί μας γίναν πετρώματα.
Εμείς βότσαλα σκαλισμένα
απ’ το χρόνο και την αλμύρα των δακρύων
για τα εικονοστάσια του μέλλοντος
και λιτανεία προσκυνητών.

ΙΙ
Τα πιο κρυφά μας όνειρα φυτρώνουν στις κορφές σας.
Άπειροι σας υμνολογούν κι εγκώμια σας πλέκουν.
Θεράποντες της τέχνης
συννεφιασμένοι ξωμάχοι
ροζιασμένοι ναυτικοί
οι όπου γης ξεριζωμένοι.

III
Άπειροι σας υμνολογούν κι εγκώμια σας πλέκουν.
Όσοι μετάλαβαν λόγια
ιερέων και ποιητών
στης λησμοσύνης το σχολείο,
μέλι και οίνον
σε συναυλίες αηδονιών
και στο μπελκάντο των κυμάτων.

IV
Μνήμη της πέτρας, του νερού και της αλμύρας μνήμη.
Νυν και αεί αβύθιστες φωλίτσες της ψυχής μας.

Ες αεί το Ιόνιο

Βότσαλα σας φιλώ.
Χαϊδεύω τους βράχους τους δαρμένους
απ’ την οργή των κυμάτων.
Η ανάμνηση δάκρυ που στάζει
στον ανθό και στο αλάτι.
Αθάνατα τα λόγια και τα όνειρα.
Αθάνατοι κι οι πρόγονοί μας.

 

Τα παιδιά των μπαλκονιών

Πονώ για τα παιδιά των μπαλκονιών
που δεν μπορούν να παίζουνε με χώματα
που δε θα δουν φτερά χελιδονιών
και της αυγής πεντάμορφα τα χρώματα.

Τώρα μας πνίγουν οι κεραίες
και τα πουλιά πετάξανε
κοίτα να δεις τις προκυμαίες
τη θάλασσα αλλάξανε!

Πονώ για τα παιδιά των μπαλκονιών
που βλέπουν απ’ το χάρτη τα Επτάνησα
που δεν ακούν τραγούδι αηδονιών
κι ούτε θα βγουν στους δρόμους που σεργιάνισα.

 

Κοντά στο τζάκι

Μες στης ψυχής το άβατο
εμπήκες κάποιο Σάββατο
απ’ τον καημό μ’ απάλλαξες
και τη ζωή μου άλλαξες.

Κοντά στο τζάκι
θα σου πω
για κάτι χρόνια
για την Ιθάκη
που αγαπώ
και της Κεφαλονιάς τα χελιδόνια.

Με όρο απαράβατο
με ξύπνησες το Σάββατο
σε ήχο πλάγιο δεύτερο
να ’μαι πουλί ελεύθερο.

 

Γ Ι

Καράβια τα Ιόνια στου χρόνου την ομίχλη
Στις παπαρούνες μέλισσες
κι όστρακα στο βυθό
να μου θυμίσεις θέλησες
μακριά τους θα χαθώ.
Μα τα μετρώ τα λόγια μου
σαν άστρα μοιάζουν Τζόγια μου.

 

II
Κι οι ναύτες μας προσεύχονται στ’ αμάραντο το δάκρυ
κι ο καπετάνιος έρωτας στο πόστο το ιερό.
Μες στις φωλιές τους ιστορούν,
γεννούν την αρμονία
και ψάχνουν τ’ ακατόρθωτο
δώρο στον αδελφό.


ΙΙΙ
Καράβια τα Ιόνια στου χρόνου τη σοφία.
Μπουνάτσες ονειρεύονται για να ’χουν ξαστεριές.
Κι ένα παιδί γλαρόπουλο σημαίες ανεμίζει
βάζει φωτιά στα πέλαγα να ’ρθουν καλοκαιριές,
στου Αη Γιάννη τη γιορτή το δίκαιο οπλίζει
για να σκοτώσει τ’ άδικο και τις αναποδιές
ν’ ανθίσουν τα χαμόγελα ν’ ανοίξουν οι καρδιές.


IV
Καράβια τα Ιόνια στου χρόνου λιμάνια
κι οι Άγιοι πατέρες μας φάροι στην κουπαστή.

Ες αεί το Ιόνιο

Βότσαλα σας φιλώ.
Χαϊδεύω τους βράχους τους δαρμένους
απ’ την οργή των κυμάτων.
Η ανάμνηση δάκρυ που στάζει
στον ανθό και στο αλάτι.
Αθάνατα τα λόγια και τα όνειρα.
Αθάνατοι κι οι πρόγονοί μας.


Ξανά απ’ την αρχή

Ξανά απ’ την αρχή
κάνω μια προσευχή
να γίνεις ένα άστρο κάποιο βράδυ.
Ξανά απ’ την αρχή
εγώ και η βροχή
γεμίζουμε του κόσμου το πηγάδι.

Παντέρημο πουλί
αυτό που μ’ ενοχλεί
αγάπη τι θα πει
δεν έχεις μάθει,
παντέρημο πουλί
αυτό που μ’ ενοχλεί
ότι έμαθες τον κόσμο απ’ τα λάθη.

Ξανά απ’ την αρχή
διαβάτες μοναχοί
τη μέρα που θα ρθεί την ευλογούνε.

Ξανά απ’ την αρχή
μέσα μου αντηχεί
τραγούδι που τα μάτια σου θα πούνε.

 

Τα παιδιά της αρετής

Οιωνοσκόπος, Διόνυσος και Ποιητής
γυρνώ στους δρόμους και γυρεύω τις αιτίες,
πού έχουν πάει τα παιδιά της αρετής
κι εγώ τα ψάχνω τρεις πικρές δεκαετίες;

Χρησμούς διαβάζω στις κορφές
πάπυρους υπογράφω,
κι απ’ των αρχαίων τις γραφές
δυο λόγια αντιγράφω,
να τα ’χεις για κειμήλιο σου
ν’ ανάβουνε τον ήλιο σου

Οιωνοσκόπος, Διόνυσος, Πραματευτής
γυρνώ στους δρόμους και χαρίζω την ψυχή μου,
πού έχουν πάει τα παιδιά της αρετής
κι όποιους αγάπησα δεν είναι πια μαζί μου;

 

Δ Ι

Ό,τι βρέχει το Ιόνιο σε μια αγκαλιά σας φέρνω
Την Πύλο, το Ναυαρίνο, την Κυπαρισσία
την Κυλλήνη, τον Άραξο, τον Αστακό
Την Αμφιλοχία, την Πρέβεζα, την Πάργα
την Ηγουμενίτσα, την Πάτρα και το Μεσολόγγι.

 

II
Αγιοβότανα, οινοπνεύματα, καρποί και άνθη
καρδιές καθαρές, μάτια ουρανούς, αστέρια λάμποντα.
Το Αργοστόλι, το Ληξούρι, τη Σάμη
τις χώρες Ζακύνθου, Λευκάδας, Κερκύρας
Τη Βασιλική, την Κασσιόπη, τη Λευκίμη
το Βαθύ, το Φισκάρδο και την Αγία Πελαγία.

 

III
Βροχή από τα μάτια μου γέμισα το σταμνί σας.
Τα κάστρα, οι εκκλησιές, τα ξωκλήσια
τα θέατρα, τα ωδεία, οι βιβλιοθήκες
οι κόλποι, τα όρη, τα ακρωτήρια
οι άνθρωποι, οι αγώνες τους και οι σιωπές τους.


IV
Μνήμη της πέτρας του νερού και των ανθρώπων μνήμη.
Ό,τι βρέχει το Ιόνιο υμνώ μες στους ανέμους.

Ες αεί το Ιόνιο

Βότσαλα σας φιλώ.
Χαϊδεύω τους βράχους τους δαρμένους
απ’ την οργή των κυμάτων.
Η ανάμνηση δάκρυ που στάζει
στον ανθό και στο αλάτι.
Αθάνατα τα λόγια και τα όνειρα.
Αθάνατοι κι οι πρόγονοί μας.


Οι παλιάτσοι

Τα όνειρα γίνανε ληστές
κι είν’ οι χαρές μας λιγοστές
στα δάχτυλά σου τις μετράς,
Έχουμ’ απόθεμα πολύ
από φαρμάκι και χολή
Κι όλο τι φταίξαμε ρωτάς.

Αν έλειπαν κάτι παλιάτσοι
θα ’ταν τα σπίτια φυλακές
θα ’ταν οι νύχτες στο Γαλάτσι
εφημερίδες να τις καις…

Κάτσε στο ίδιο το σκαμνί
να πιούμ’ απ’ το παλιό σταμνί
τραγούδια μεθυσμένα,
θα ρθούνε μέρες βολικές
στις θυμωμένες αλυκές
θυμήσου με κι εμένα

 

Φεύγει ο καιρός

Αυτοί που μεταλάβανε
την πίκρα της ζωής
το ψέμα καταλάβανε
και φύγανε νωρίς.

Φεύγει ο καιρός
και τυχερός
όποιος αντέχει,
απ’ τον τροχό
και τον αχό
πίσω να τρέχει.

Αυτοί που πολεμήσανε
στις πόρτες της ζωής
σαν πλοία ναυαγήσανε
κι αράξανε νωρίς.

 

Μνήμη
Στους ριζοσπάστες του αγώνα για την Ένωση.
Στους έξι ποιητές τριών νήσων.

Αφιέρωση
Στους γνωστούς και άγνωστους ήρωες της καθημερινότητας
που με αίμα και μόχθο καθιέρωσαν τη φήμη
των ανθρώπων απ’ το Ιόνιο Πέλαγος.
Τέλος στους δικούς μου Οδοδείκτες και Σηματωρούς.

Με μια κιθάρα
αστροφεγγιά της μπλε Σελήνης
κάπου στο Ιόνιο.

Ταξιδεύω κάθε βράδυ
δυτικά μες το Ιόνιο
της μανούλας μου το χάδι
φυλαχτό έχω αιώνιο.

Στον ουρανό της παιδικής μου ηλικίας
με πάει ο νους
μα εγώ βουλιάζω στα σκαλιά της συνοικίας
χωρίς αυγερινούς.

Δε φοβάμαι τα μποφόρια
μα τα χρόνια τα μονότονα
στης ζωής μου τ’ ανηφόρια
τη ρουτίνα να τη σκότωνα.

Σπύρος Ζαχαράτος

Συμμετοχή στα πλαίσια του συλλογικού λευκώματος: «Εντός των τειχών» e-musa.gr.


 

Σπύρος Ζαχαράτος (Ποιητής, Στιχουργός) – Βιογραφία