Τραγούδι πένθιμο και θλιβερό για έναν ανθό που κόπηκε
Ξανθέ μου άγγελε, ουρανέ,
ποιος το περίμενε;
Σ’ είχα στα χέρια μου τα δυο,
πώς σε καρφώσαν στο σταυρό;
Ξανθέ μου άγγελε, ουρανέ,
ποιος το περίμενε;
Πριχού χαράξει η αυγή,
πώς σου την κλέψαν τη ζωή;
Ξανθέ μου άγγελε, ουρανέ,
ποιος το περίμενε;
Μαύρη Τετάρτη, παγερή,
μου ξεριζώσαν την ψυχή.
Τώρα εκεί πάνω σε θωρώ,
πι’ όμορφο κι απ’ τον ουρανό.
Και λέω, θά ’ρθεις, ναι θα ’ρθεις,
σαν πεφταστέρι να με βρεις.
Μύρτους και γιούλια θα κρατώ
και νάμα από ροδόσταμο,
να ευωδιάσει μου η αυλή,
απ’ τη δική σου ανατολή.
Ξανθέ μου άγγελε, ουρανέ,
μονάκριβέ μου θησαυρέ,
μη και δε ρθεις, θα ρθω εγώ,
ψηλά στ’ αστέρια να σε βρω.
(Αφιερωμένο στον ποιητή Παντελή Βέλκο, για τον μονάκριβό του γιο ποιητή Γιώργο Βέλκο, που έχασε…)
Αντώνης Σαμιωτάκης (Ποιητής, Κριτικός Λογοτεχνίας) – Βιογραφία