Άχρονες ώρες – Ειρήνη Γεροντάρα
«Εντός των τειχών»



Άχρονες ώρες

«Να ζήσεις έντονα. Να θυμάσαι τις στιγμές».
Έτσι με συμβούλευε η κυρία Κολέτ η Γαλλίδα που ζούσε στο απέναντι σπίτι. Η θεία μου θύμωνε. «Κάθεσαι κι ακούς την “βρωμογαλλίδα” που γυρνά με τον έναν και με τον άλλον. Κάτσε να μάθεις να μαγειρεύεις, να κεντάς να φτιάξεις νοικοκυριό. Τι ξέρει αυτή; Μόνο για τον πισινό της – Θε μου σχώρα με-νοιάζεται». Κι έφευγε πάντα φουρκισμένη.
Η Κολέτ ήταν ακριβώς συνομήλικη της θειάς μου της Δέσποινας. Αν τις έβλεπες πλάι – πλάι δεν θα το πίστευες με τίποτα όμως. Η Γαλλίδα φαινόταν σίγουρα δεκαπέντε χρόνια πιο νέα. Θυμάμαι τα χέρια της απαλά σαν πούπουλα και μυρωδάτα. Ολάκερη μοσχοβολούσε αρώματα. Το μαλλί της πάντα χτενισμένο με επιμέλεια και τα ρούχα της κομψά και προσεγμένα. Δεν έτρωγε καν ζάχαρη ή λίπος. Ξυπνούσε, έπαιρνε το πρωινό της και μετά βαφόταν προσεκτικά. Είχε διαφορετικό μακιγιάζ για κάθε ώρα της μέρας. Η Κολέτ, η επιτομή της κομψότητας για το ταπεινό νησί μας.

Κανείς δεν ήξερε ποιος άνεμος την είχε φέρει στο λιμάνι μας. Ξαφνικά ένα πρωί κατέβηκε από την μπουκαπόρτα του καραβιού με τα μπαγκάζια της και ήρθε να νοικιάσει το μικρό σπίτι στην γωνία απέναντι μας. Πιάσαμε σχέσεις αμέσως. Η μάνα μου μιλούσε καλά τα γαλλικά και η Κολέτ δεν είχε άλλον να μιλά τη γλώσσα της οπότε αναγκαστικά μας διάλεξε για φίλους. Γενικά εμείς οι νησιώτες είμαστε μαθημένοι από ξένους. Δεν κρίνουμε εύκολα τον άλλον. Δεχόμαστε το αλλιώτικο από μας. Μόνο η θεία μου η Δέσποινα είχε ένα θέμα μαζί της. Ίσως να τη ζήλευε λιγάκι, δεν ξέρω. Αυτό υπέθετα πάντα.
Η Κολέτ έμεινε κάμποσα χρόνια κοντά μας. Πάντα κομψή. Πάντα προσεγμένη. Ότι πιο κοντινό σε σταρ του σινεμά είχα δει ποτέ μου. Διασκέδαζε διαρκώς. Πότε είχε πάρτι, πότε δεξίωση, πότε πήγαινε εκδρομές και ταξίδια. Γενικά ζούσε τόσο ξένοιαστα και χαρούμενα που όλες μας θέλαμε να της μοιάσουμε. Που έβρισκε τα λεφτά δεν ξέρω. Πάντα όμως είχε πολλά χρήματα κι αγόραζε τα καλύτερα.

Φέτος την ξαναείδα την Κολέτ. Τριάντα χρόνια μετά. Τώρα, να, πριν λίγες μέρες. Κλεισμένη μέσα στο σπίτι λόγω καραντίνας. Γυροφέρνω με τις πυτζάμες όλη μέρα και έχω την τηλεόραση να παίζει στο κανάλι με τις ειδήσεις. Περιμένω να ακούσω για το φάρμακο ή για το εμβόλιο και θέλω να το μάθω πρώτη. Δεν περίμενα ποτέ πως στις μέρες μας θα είχαμε πάλι επιδημία και θανάτους . Πίστευα τα είχαμε προσπεράσει όλα αυτά.

Κι εκεί που ξεμαλλιασμένη με μια ρόμπα ανοιχτή και τις πάνινες παντόφλες μου να σέρνονται, έτρεξα προς την οθόνη της τηλεόρασης γιατί άκουσα μια οικεία φωνή να μιλά. Σήκωσα τα μάτια μου και την είδα. Σε ένα αναπηρικό αμαξίδιο, αποστεωμένη και ατημέλητη, γεμάτη ρυτίδες, άβαφη και με κοντά ασουλούπωτα μαλλιά, η Κολέτ μιλούσε σε έναν δημοσιογράφο. Δεν θυμόταν ποια ήταν που βρισκόταν ή που πήγαινε. Την παρουσίαζαν σαν μια από τα θύματα του κόβιντ 19. Κλεισμένη σε ένα γηροκομείο της βόρειας Γαλλίας η Κολέτ η δική μου Κολέτ έσβηνε εγκαταλελειμμένη.

«Την ξέρω» φώναξα. «Είναι η Κολέτ». Η θεία μου η Δέσποινα με άκουσε. Έτρεξε να δει. Όταν κατάλαβε είδα μια λάμψη στα μάτια της. Αν είναι δυνατόν! Το ευχαριστιόταν! «Καλά να πάθει το τζιτζίκι» την άκουσα να μουρμουρίζει. Και μετά από λίγο «πάρε τηλέφωνο» μου είπε. «Ρώτα αν γίνεται να την πάρουμε εδώ να την φροντίσουμε. Θα πεθάνει η χαζή μοναχή της. Πάρε τώρα τηλέφωνο μπας και την φέρουμε εδώ να την κοιτάξουμε. Δεν έχει κανέναν και δεν θυμάται ούτε το όνομα της. Και της τα έλεγα εγώ». Και μ’ έσπρωχνε να τηλεφωνήσω στο κανάλι να μάθω πώς να έρθουμε σε επαφή μαζί της να την φέρουμε στο χωριό.

Στη μέση της καραντίνας. Μέσα στη θύελλα της αρρώστιας.
Ποιος ζει και ποιος πεθαίνει και η θεία μου η Δέσποινα έκλαιγε που η Κολέτ είχε καταντήσει έτσι.
Τι να πεις;

Ειρήνη Γεροντάρα

Συμμετοχή στα πλαίσια του συλλογικού λευκώματος: «Εντός των τειχών» e-musa.gr.


Ειρήνη Γεροντάρα

Η Ειρήνη Γεροντάρα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Μυτιλήνη. Είναι μητέρα τριών παιδιών και ζει σε μια κωμόπολη του Κορινθιακού κοντά στους Δελφούς. Εργάζεται ως καθηγήτρια αγγλικών κι έχει σπουδάσει Αγγλική Φιλολογία και Ιστορία στο Αμερικάνικο Κολλέγιο Ελλάδας (Deree College). Η σχέση της με την συγγραφή ξεκινά από τα σχολικά της χρόνια. Έχουν εκδοθεί δύο προσωπικές ποιητικές συλλογές και ένα ανθολόγιο ποίησης με δική της επιμέλεια και σε συνεργασία με άλλους δεκατέσσερις δημιουργούς. Το καλοκαίρι του 2019 εκδόθηκε η πρώτη της συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Τα προσωπεία των Θεών». Γράφει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με το ψευδώνυμο «Ρένα Γέρου». Έργα της, έχουν συμπεριληφθεί σε διάφορα ανθολόγια ποίησης και πεζογραφίας. Έχει βραβευθεί σε πολλούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.