«Ηλιόπετρα» Οκτάβιο Παζ

Η Aztec Ημερολόγιο Πέτρα, περισσότερο γνωστή στον αρχαιολογικό βιβλιογραφία ως Αζτέκων Sun Stone (Piedra del Sol στα ισπανικά), είναι ένα τεράστιο βασάλτη δίσκο καλυμμένο με ιερογλυφική γλυπτά του ημερολογίου σημεία και άλλες εικόνες που αναφέρονται στη Αζτέκων μύθος της δημιουργίας .

       [ Μια ιτιά κρυστάλλινη, μια υδρόεσσα λεύκα,
  ένα ανεμοδαρμένο σιντριβάνι,
  ένα δέντρο βαθύ που όμως χορεύει,
  το πέρασμα ενός ποταμού που ελίσσεται,
  μακραίνει, αναποδίζει, αλλάζει κοίτη
  και πάντα εκβάλλει:
            μία πορεία γαλήνια
  άστρου ή άνοιξης που δεν επείγει,
  νερό που με τα βλέφαρα κλεισμένα
  όλη τη νύχτα μαντικό αναβλύζει,
  μια ομόφωνη ροή κύμα το κύμα
  ώσπου να κρύψει η τρικυμία τα πάντα,
  μια πράσινη επικράτεια δίχως δύση
  όπως η λάμψη η άγρια των φτερούγων
  σαν ξεδιπλώνουν στ’ ουρανού τη μέση,

  μία πορεία ανάμεσα απ’ τις λόχμες
  των ημερών που θά ‘ρθουν κι η μοιραία
  λάμψη της δυστυχίας σαν τραγούδι
  ενός πουλιού που απολιθώνει δάση
  και κείνες οι ευτυχίες απ’ το μέλλον
  μες στα κλαδιά που ξεθωριάζουν,
  ώρες φωτός που ήδη πουλιά ραμφίζουν,
  οιωνοί που δραπετεύουν απ’ τα χέρια,

  μια παρουσία σαν έξαφνο τραγούδι,
  σαν άνεμος που τραγουδά στις φλόγες,
  δυο μάτια που τον κόσμο μετεωρίζουν
  μ’ όλα τα πέλαγα και τα βουνά του,
  σώμα από φως που φίλτραρε ο αχάτης,
  μηροί από φως, κοιλιά από φως, οι κόλποι,
  οι βράχοι του ήλιου, ένα κορμί στο χρώμα
  του σύννεφου, στο χρώμα άλτριας μέρας,
  η ώρα σπινθηρίζει, παίρνει σώμα,
  είναι ορατός στο σώμα σου ήδη ο κόσμος,
  διάφανος μες στη διαφάνειά σου […]

  γραφή φωτιάς επάνω στον νεφρίτη,
  άνασσα των φιδιών, σχισμή στον βράχο,
  στήλη του ατμού, πηγή μέσ’ απ’ την πέτρα,
  αυλή του φεγγαριού, αετοράχη,
  σπέρμα γλυκάνισου, θανάτου αγκάθι
  ελάχιστο που δίνει αθάνατα άλγη,
  ποιμένισσα κοιλάδων υποβρύχιων,
  επόπτρια μες στην κοιλάδα του Άδη,
  λιάνα πιασμένη απ’ τους γκρεμούς του ιλίγγου,
  φυτό που αναρριχάται όλο φαρμάκι,
  λουλούδι ανάστασης, ζωής σταφύλι,
  κυρά της αστραπής και της φλογέρας,
  βραγιά των γιασεμιών, στο τραύμα αλάτι,
  μπουκέτο ρόδα στον τουφεκισμένο,
  σελήνη της αγχόνης, χιόνι Αυγούστου,
  γραφή θαλάσσης πάνω στον βασάλτη,
  πάνω στην έρημο η γραφή του ανέμου,
  μια διαθήκη του ήλιου, ρόδι, στάχυ,

  όψη καμένη, καταφαγωμένη,
  όψη εφηβική, κατατρεγμένη,
  χρόνια φαντάσματα, κύκλιες ημέρες
  που σ’ ίδια αυλή οδηγούν, στον ίδιο τοίχο,
  καίει η στιγμή, κι είναι μια όψη μόνο
  οι όψεις οι διαδοχικές της φλόγας,
  ένα όνομα όλα τα ονόματα είναι,
  όλα τα πρόσωπα είναι ένα μόνο,
  μονάχα μια στιγμή όλοι οι αιώνες,
  και πάντα στους αιώνες των αιώνων
  θα φράζουν του αύριο την οδό δυο μάτια,

  τίποτα εμπρός μου, μια στιγμή μονάχα
  ανακτημένη απόψε, ονειρεμένη
  πέρ’ απ’ του ονείρου τις μεικτές εικόνες,
  στ’ όνειρο επάνω βίαια λαξεμένη,
  απ’ το μηδέν βγαλμένη αυτής της νύχτας,
  με τα δικά μου χέρια αναστημένη
  γράμμα το γράμμα, ενώ έξω επείγει ο χρόνος
  και της ψυχής μου κρούει σκαιά τις πόρτες
  ο κόσμος με ωράριο σαρκοβόρο  […]

  όλα μεταμορφώνονται, όλα αγιάζουν,
  κέντρο του κόσμου κάθε κάμαρα είναι,
  κάθε μια πρώτη νύχτα, πρώτη μέρα,
  γεννιέται ο κόσμος όταν δυο φιλιούνται,
  μια στάλα φως στα διάφανά μας σπλάχνα
  η κάμαρα σαν φρούτο μισανοίγει
  ή εκρήγνυται σαν σιωπηλό αστέρι
  κι οι νόμοι φαγωμένοι απ’ τα ποντίκια,
  κάγκελλα τραπεζών, δεσμωτηρίων,
  συρματοπλέγματα, χάρτινες γρίλιες,
  τ’ αγκάθια, τα κεντριά και οι σφραγίδες,
  το μονόχορδο κήρυγμα των όπλων,
  μελίρρυτοι σκορπιοί με πετραχήλι,
  ο τίγρης με το ημίψηλο που ηγείται
  του Ερυθρού Σταυρού ή των Χορτοφάγων,
  όνοι παιδαγωγοί κι εθνοπατέρες,
  κροκόδειλοι που κάνουν τους σωτήρες,
  ο Ηγέτης, το τσακάλι, ο εργολάβος
  του μέλλοντος, το ένστολο γουρούνι,
  ο υιός ο εκλεκτός της Εκκλησίας
  που πλένει μ’ αγιασμό τα μαύρα δόντια
  κι ακούει μαθήματα αγγλικών κατ’ οίκον
  ή και δημοκρατίας, αθέατοι τοίχοι
  και σάπιες προσωπίδες που χωρίζουν
  τον άνθρωπο απ’ τους άλλους τους ανθρώπους,
  τον άνθρωπο απ’ τον ίδιο,
               καταρρέουν
  σε μια αχανή στιγμή καθώς για λίγο
  νιώθουμε τη χαμένη ενότητά μας,
  τη δόξα και την ερημιά του ανθρώπου
  που θάνατο, ήλιο και ψωμί μοιράζει,
  το ξεχασμένο σάστισμα πως ζούμε  […]

[Από το βιβλίο: ΟΚΤΑΒΙΟ ΠΑΣ, Ηλιόπετρα,
μετάφραση-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης,
δίγλωσση έκδοση, Μαΐστρος, Αθήνα 2007]


Απόσπασμα από μελέτη του Καταλανού ποιητή και κριτικού Πέρε Ζιμφερρέρ για το έργο. Πλήρες το ελληνικό κείμενο περιλαμβάνεται στο Επίμετρο της έκδοσης: Οκτάβιο Πας, Ηλιόπετρα, μετάφραση-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης, δίγλωσση έκδοση, Μαΐστρος, Αθήνα 2007:

Ο άνδρας που το 1957 γράφει την Ηλιόπετρα στο Μεξικό είναι σαράντα δύο ετών και φτιάχνει ποιήματα εδώ και περισσότερο από είκοσι χρόνια. Θεωρείται ήδη ένας από τους πιο ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς του· ωστόσο η Ηλιόπετρα θα ξεπεράσει σε βεληνεκές και απήχηση όλα όσα είχαν βγει ώς τότε από τα χέρια του. Σε μια στιγμή όπου στον ισπανόφωνο κόσμο (και αυτό ισχύει ασφαλώς και για άλλες γλώσσες), η άγονη, παραπλανητική και μανιχαϊκή αντιπαράθεση ανάμεσα στην πειραματική και τη “στρατευμένη”, με την στενότερη έννοια του όρου, λογοτεχνία έχει οδηγήσει την ποίηση σε μια άσχημη κρίση, η ανέλπιστη δημοσίευση της Ηλιόπετρας σημαδεύει το ξεκίνημα μιας νέας εποχής. Είναι δυνατόν να ισχυριστούμε ότι ουσιώδη γνωρίσματα της νέας λογοτεχνικής πρωτοπορίας στη Λατινική Αμερική και την Ισπανία –και αυτό ισχύει όχι μόνο για την ποίηση αλλά επίσης για το μυθιστόρημα και το δοκίμιο– μπορούν να ερμηνευθούν σωστά μόνο αν λάβουμε υπ’ όψιν μας την ύπαρξη της Ηλιόπετρας, η ιστορική σημασία της οποίας για την ισπανική γλώσσα είναι συγκρίσιμη με εκείνη της Έρημης χώρας του Έλιοτ για την αγγλική.

Η ΗΛΙΟΠΕΤΡΑ είναι ποίημα συνεχές, αδιάλειπτο. Δεν είναι μόνο ότι μας επιτρέπει να τη διαβάσουμε “μια κι έξω”, ούτε καν ότι προσφέρεται ιδιαίτερα για κάτι τέτοιο – το απαιτεί. Καθώς το κείμενο είναι φτιαγμένο από ανομοιοκατάληκτους ενδεκασύλλαβους, οι παύσεις που στην Ηλιόπετρα έχουν την μορφή κενών τυπογραφικών διαστημάτων δεν δηλώνουν μια συμβατική στροφική διαίρεση, αλλά αποτελούν σημεία μετάβασης: θέσεις αλλαγής του τόνου, ρυθμικής επιτάχυνσης από τη μια θεματική βαθμίδα στην άλλη. Παρακάτω, θα δούμε ότι όλο το ποίημα αποτελείται από μια συνεχή αλληλοδιαδοχή και συνύπαρξη τέτοιων βαθμίδων. Ακόμη και όταν οι παύσεις μάς προσκαλούν να αναλογιστούμε τα όσα προηγήθηκαν, τα ενδιάμεσα αυτά κενά επ’ ουδενί μπορούν να θεωρηθούν κίνητρο για να διακόψουμε την ανάγνωση. Σε κάτι τέτοιο στέκει εμπόδιο ένα διπλό, δραστικότατο μορφικό μέσο: από τη μια, ο ρυθμός του ενδεκασύλλαβου, που στην μετρική παράδοση της ισπανικής –κληρονομιά από τα ιταλικά– συνιστά από την Αναγέννησης το μέτρο της λογίας έμμετρης αφήγησης, το οποίο έχει το αντίστοιχό του στον οκτασύλλαβο στίχο της δημοτικής ποίησης· από την άλλη, ο φραστικός ρυθμός του ποιήματος, ο οποίος προκύπτει από παραθετικές και αλληλένδετες προτάσεις που η καθεμιά τους δρα σαν γέφυρα, σαν ενδιάμεσος κρίκος και που στο επίπεδο των εικόνων συγχωνεύεται σχεδόν πλήρως με ό,τι προηγείται και ό,τι έπεται, έτσι που η κίνηση του εκφερόμενου λόγου στο εσωτερικό του ποιήματος να μοιάζει με μια διηνεκή παλινδρόμηση ρευστών εικόνων, με την καθεμιά τους να εκβάλλει σε μία καινούργια, κι αυτή με τη σειρά της να ανοίγεται προς μιαν άλλη. Τούτη η βασική ιδέα της ενότητας τονίζεται ακόμη περισσότερο με την κυκλική μορφή του ποιήματος, που καταλήγει στους ίδιους στίχους από τους οποίους ξεκινά, έτσι που αν δεν θέλουμε να τη δούμε ως αλληγορία του κοσμικού κύκλου ή της τροχιάς της Αφροδίτης (ο αριθμός των στίχων δίχως τους επαναλαμβανόμενους έξι τελευταίους αντιστοιχεί στις 584 ημέρες της συνοδικής περιόδου του πλανήτη), να μπορούμε πάντως να την θεωρήσουμε, λόγω αυτής της έμμονης κίνησής της προς τα εμπρός, ως ένα perpetuum mobile με εκείνη την ιδιότητα της αέναης ροής που έχει η ζωή, και που κατά αξιοπρόσεχτο τρόπο μόνο η στιγμή, η γεννημένη στο ποίημα, μπορεί να συγκρατήσει. Ώστε μπορούμε να πούμε: Η ουσία της ποίησης είναι η ικανότητά της να συγκρατεί τη στιγμή για λογαριασμό των αισθήσεών μας. Το βίωμα αυτής της αποκάλυψης μπορεί να παραβληθεί με την έκσταση των μυστικών του Δυτικού κόσμου, με τον “νηφάλιο φωτισμό” στο Ζεν ή την κλιμάκωση στην ερωτική πράξη και εν προκειμένω συνιστά μια από τις ωθητήριες δυνάμεις στην Ηλιόπετρα καθώς και σε όλο το ποιητικό έργο του Οκτάβιο Πας.

Η ΗΛΙΟΠΕΤΡΑ είναι ένας δρόμος που περιγράφει έναν κύκλο. Κι αυτό όχι επειδή ξεκινάει όπως ακριβώς καταλήγει· αλλά επειδή γνωρίζουμε ότι μετά το τέλος της ανάγνωσής μας, το ποίημα αρχίζει και πάλι την κυκλωτική του πορεία, απρόσκοπτα και ανεπαίσθητα. Το ποίημα υπάρχει μόνο ως κίνηση. Όμως αυτή η κίνηση επαναλαμβάνει πάντοτε την ίδια παραβολή, έτσι που η Ηλιόπετρα να αποτελεί μια συμπύκνωση της εμπειρίας που είναι κατά βάση η ανάγνωση καθενός ποιήματος: Ένας δρόμος προς μια στιγμή έξαρσης που τον ακολουθούμε πάντα με τον ίδιο τρόπο, προκειμένου να ζήσουμε εκ νέου τη στιγμή εκείνη, η οποία είναι πάντα η ίδια κάθε φορά που διαβάζουμε το ποίημα.

Η ΗΛΙΟΠΕΤΡΑ ξεκινά εξ αρχής με ορισμένους στίχους που περιγράφουν ένα πέρασμα, μια πορεία· και η πορεία αυτή είναι η άμεση εγγύτητα ενός παρόντος που το πληροί ο έρωτας, αφού οδηγεί σε ένα “σώμα από φως”. Αυτού του είδους η πορεία είναι ένα θέμα που η σύγχρονη ποίηση το έχει προσεγγίσει με διάφορους τρόπους. Ήδη στον Χοσέ δε Εσπρονθέδα, λ.χ., τον σημαντικότερο ποιητή του ισπανικού πρώιμου ρομαντισμού, συναντούμε στις πρώτες δεκαέξι στροφές της “Ωδής στην Τερέζα” μια τέτοια ερωτική “ανύψωση προς την αγαπημένη”· με κάπως βαρύγδουπα λογοτεχνικά μέσα βεβαίως, αλλά και με δύναμη εντυπωσιακά πειστική. Αυτό που ξεχωρίζει την Ηλιόπετρα από τα ποιητικά έργα της ρομαντικής ή της μεταρομαντικής περιόδου που έλαβαν το θέμα αυτό ως αφετηρία ή πυρήνα τους, δεν είναι μόνο η κατορθωμένη τέχνη του Οκτάβιο Πας, αλλά επιπλέον η ικανότητά του να εισφέρει στο έργο του κάτι που στον Εσπρονθέδα υπάρχει μόνο ως ακαθόριστη, θραυσματική διαίσθηση και που ο Μπωντλαίρ το έχει μεν εκφράσει, αλλά ως εξωτερική περιγραφή περισσότερο, παρά ως οργανικό στοιχείο του κειμένου: την ουσιώδη ενότητα του κόσμου και την ενότητα λόγου και κόσμου. Όλος ο περίπλοκος εσωτερικός μηχανισμός της Ηλιόπετρας, που συνίσταται από τροπές, επαναλαμβανόμενα μοτίβα, αλληλουχίες, συνηχήσεις, θα πρέπει να ειδωθεί από αυτήν ακριβώς την οπτική γωνία.

Πέρε Ζιμφερρέρ

Πηγή: ο ιστότοπος του Κώστα Κουτσουρέλη


Ο Οκτάβιο Λοσάνο Πας (Octavio Irineo Paz Lozano, 31 Μαρτίου 1914 – 19 Απριλίου 1998) ήταν Μεξικανός ποιητής και διπλωμάτης. Για το συνολικό έργο του, βραβεύτηκε με το βραβείο Θερβάντες (1981), με το Διεθνές Βραβείο λογοτεχνίας Neustadt (1982) και με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1990).

 


Επιμέλεια δημοσίευσης Ευμορφία Καλύβα