« “Μποτίλια στο πέλαγο” Γ.Σεφέρης & “Επέτειος” Ο.Ελύτης» – Παναγιώτης Σπανός
Επέτειος
Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Στο σημάδι ετούτο που παλεύει
Πάντα κοντά στη θάλασσα
Νιάτα στα βράχια επάνω, στήθος
Με στήθος προς τον άνεμο
Πού να πηγαίνει ένας άνθρωπος
Που δεν είναι άλλο από άνθρωπος
Λογαριάζοντας με τις δροσιές τις πράσινες
Στιγμές του, με νερά τα οράματα
Της ακοής του, με φτερά τις τύψεις του
Α, Ζωή
Παιδιού που γίνεται άντρας
Πάντα κοντά στη θάλασσα όταν ο ήλιος
Τον μαθαίνει ν’ ανασαίνει κατά κει που σβήνεται
Η σκιά ενός γλάρου.
Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Άσπρο μέτρημα μελανό άθροισμα
Λίγα δέντρα και λίγα
Βρεμένα χαλίκια
Δάχτυλα ελαφρά για να χαϊδέψουν ένα μέτωπο
Ποιο μέτωπο
Κλάψαν όλη τη νύχτα οι προσδοκίες και δεν είναι πια
Κανείς δεν είναι
Ν’ ακουστεί ένα βήμα ελεύθερο
Ν’ ανατείλει μια φωνή ξεκούραστη
Στο μουράγιο οι πρύμνες να παφλάσουν γράφοντας
Όνομα πιο γλαυκό μες στον ορίζοντά τους
Λίγα χρόνια λίγα κύματα
Κωπηλασία ευαίσθητη
Στους όρμους γύρω απ’ την αγάπη.
Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Χαρακιά πικρή στην άμμο που θα σβήσει
Όποιος είδε δυο μάτια ν’ αγγίζουν τη σιωπή του
Κι έσμιξε τη λιακάδα τους κλείνοντας χίλιους κόσμους
Ας θυμίσει το αίμα του στους άλλους ήλιους
Πιο κοντά στο φως
Υπάρχει ένα χαμόγελο που πληρώνει τη φλόγα–
Μα εδώ στο ανήξερο τοπίο που χάνεται
Σε μια θάλασσα ανοιχτή κι ανέλεη
Μαδά η επιτυχία
Στρόβιλοι φτερών
Και στιγμών που δέθηκαν στο χώμα
Χώμα σκληρό κάτω από τ’ ανυπόμονα
Πέλματα, χώμα καμωμένο για ίλιγγο
Ηφαίστειο νεκρό.
Έφερα τη ζωή μου ως εδώ
Πέτρα ταμένη στο υγρό στοιχείο
Πιο πέρα απ’ τα νησιά
Πιο χαμηλά απ’ το κύμα
Γειτονιά στις άγκυρες
–Όταν περνάν καρίνες σκίζοντας με πάθος
Ένα καινούριο εμπόδιο και το νικάνε
Και μ’ όλα τα δελφίνια της αυγάζ’ η ελπίδα
Κέρδος του ήλιου σε μι’ ανθρώπινη καρδιά–
Τα δίχτυα της αμφιβολίας τραβάνε
Μια μορφή από αλάτι
Λαξεμένη με κόπο
Αδιάφορη άσπρη
Που γυρνάει προς το πέλαγος τα κενά των ματιών της
Στηρίζοντας το άπειρο.Ο. Ελύτης
Τα βασικά γραμματολογικά στοιχεία των ποιημάτων «Μποτίλια στο πέλαγο» και «Επέτειος»
Ο Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) και ο Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996) υπήρξαν εμβληματικές μορφές της λογοτεχνικής «γενιάς του ‘30». Τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτής της ποιητικής γενιάς ήταν η εκφραστική λιτότητα, η χρήση του ελεύθερου στίχου, η προσπάθεια να συνδεθεί με γόνιμο τρόπο με σύγχρονές της ευρωπαϊκές αισθητικές αναζητήσεις και, κυρίως, με την έμφαση στο νέο, στην αλλαγή, στη ρήξη με το παρελθόν. [1]
Η ποιητική σύνθεση του Γ. Σεφέρη Μυθιστόρημα εκδόθηκε το 1935 και σε αυτή εμπεριέχεται η ενότητα «Μποτίλια στο πέλαγο» (ΙΑ΄). Η σύνθεση είναι διαρθρωμένη σε εικοσιτέσσερα μέρα κατά (Α΄-ΚΔ΄) κατά τα πρότυπα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας και θεματικό επίκεντρό της είναι ο ελληνισμός και η σκληρή του μοίρα σε διαχρονική κλίμακα, αλλά και με έκδηλες τις αναφορές στην προσωπική και τη συλλογική τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής (1922). Με το Μυθιστόρημα, έργο της ωριμότητάς του, ο Σεφέρης λειτουργεί εντός του πλαισίου του ρεύματος του Μοντερνισμού, διαμορφώνοντας παράλληλα το δικό του προσωπικό ύφος με τον ελεύθερο στίχο [2]. Στο απόσπασμα «Μποτίλια στο πέλαγο» που εξετάζουμε είναι διακριτή η χρήση του ελεύθερου στίχου, η καθημερινή, μη ποιητική γλώσσα, η δραματικότητα και η υπαινικτικότητα στοιχεία που αποτελούν μερικά από τα πιο βασικά χαρακτηριστικά του μοντερνισμού[3].
Το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη «Επέτειος» ανήκει στη συλλογή Προσανατολισμοί, η οποία εκδόθηκε το 1939. Σ’ αυτή τη συλλογή βρίσκονται τα ποιήματα που είχε γράψει μέχρι τότε ο Ελύτης και ανήκουν στην πρώτη ποιητική περίοδό του, η οποία και είναι επηρεασμένη από τον υπερρεαλισμό. Με τους Προσανατολισμούς, ο Ελύτης φέρνει τον αναγνώστη μπροστά σε μια ποίηση φωτεινή, αισιόδοξη και εφηβική με το Αιγαίο να έχει κεντρικό ρόλο. Οι υπερρεαλιστικές αντιλήψεις του Ελύτης είναι ορατές μέσα από την επεξεργασία των λέξεών του, από την επιμονή στην εικόνα, στην ονειρική ατμόσφαιρα της εφηβείας και της αθωότητάς της και στον χειρισμό της θεματικής του έρωτα. Παρ’ όλα αυτά ο ποιητής μοιάζει πειθαρχημένος στις αυστηρές αρχές, τείνοντας ενίοτε και προς την καθαρή ποίηση. Με τη γλώσσα του και αυτήν την ανεξέλεγκτη ροή των εικόνων ο Ελύτης βρισκόταν πολύ πιο κοντά από πολλούς άλλους στους σύγχρονούς του Υπερρεαλιστές [4].
Μυθιστόρημα ΙΒ’ (“Μποτίλια στο πέλαγο”)
Τρεις βράχοι λίγα καμένα πεύκα κι ένα ρημοκλήσι
και παραπάνω
το ίδιο τοπίο αντιγραμμένο ξαναρχίζει·
τρεις βράχοι σε σχήμα πύλης, σκουριασμένοι
λίγα καμένα πεύκα, μαύρα και κίτρινα
κι ένα τετράγωνο σπιτάκι θαμμένο στον ασβέστη·
και παραπάνω ακόμη πολλές φορές
το ίδιο τοπίο ξαναρχίζει κλιμακωτά
ώς τον ορίζοντα ώς τον ουρανό που βασιλεύει.Εδώ αράξαμε το καράβι να ματίσουμε τα σπασμένα κουπιά,
να πιούμε νερό και να κοιμηθούμε.
Η θάλασσα που μας πίκρανε είναι βαθιά κι ανεξερεύνητη
και ξεδιπλώνει μιαν απέραντη γαλήνη.
Εδώ μέσα στα βότσαλα βρήκαμε ένα νόμισμα
και το παίξαμε στα ζάρια.Τ
ο κέρδισε ο μικρότερος και χάθηκε.Ξαναμπαρκάραμε με τα σπασμένα μας κουπιά.
Γ. Σεφέρη
Ο ρόλος του φυσικού τοπίου στα δύο ποιήματα του Γ. Σεφέρη και του Οδ. Ελύτη.
Το φυσικό τοπίο κυριαρχεί τόσο στο ποίημα «Μποτίλια στο πέλαγο» όσο και στο ποίημα «Επέτειος», αν και με διαφορετικές σημασιοδοτήσεις για την κάθε μια περίπτωση. Ο Γ. Σεφέρης, επιλέγει να αποδώσει ένα τοπίο, στο οποίο διακρίνεται η φθορά –«λίγα καμένα πεύκα κι ένα ρημοκλήσι», «τρεις βράχοι (…) σκουριασμένοι», «κι ένα τετράγωνο σπιτάκι θαμμένο στον ασβέστη» και θα έλεγε κανείς ότι σκιαγραφεί την καταστροφή της Σμύρνης, χωρίς να επιλέγει υπερβολικά λεκτικά σχήματα. Η αντιπαραβολή ανάμεσα στον αρχαιοελληνικό και τον σύγχρονο ελληνικό κόσμο, με την αξιοποίηση της «μυθικής μεθόδου» γίνεται στη δεύτερη στροφή του ποιήματος. Εκεί ο Σεφέρης παρουσιάζει υπαινικτικά την περιπέτεια των ξεριζωμένων -«Εδώ αράξαμε το καράβι να ματίσουμε τα σπασμένα κουπιά», «Η θάλασσα που μας πλήγωσε είναι βαθιά κι ανεξερεύνητη» σε αντιστοίχιση με τις περιπέτειες του Οδυσσέα για την επιστροφή στην Ιθάκη μετά το τέλος του Τρωϊκού Πολέμου. Επιπλέον, ο Σεφέρης πραγματεύεται τη μεταφυσική του αγωνία για την πραγματική και την υπαρξιακή φθορά, χωρίς ωστόσο να λείπει και η αισιόδοξη νότα. το τοπίο, στη δεύτερη στροφή μετατρέπεται σε απάγκιο για λίγες ώρες ξεκούρασης και απ’ αυτό θα αναχωρήσουν οι θαλασσοπόροι για τον τελικό τους προορισμό.
Σε αντίθεση με την «Μποτίλια…» η «Επέτειος» κινείται σε άλλη λογική. ο Ελύτης είναι ο παραγνωρισμένος μύστης ενώ ο Σεφέρης, μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα, ο θαλασσινός θυμόσοφος. Στην «Επέτειο», λοιπόν, το φυσικό τοπίο είναι ευθύς εξαρχής αισιόδοξο, παρά τη μελαγχολική διάσταση του ποιητικού υποκειμένου [5]. Ο λυρισμός του Ελύτη μας δίνει ένα ποίημα-ύμνο στην ομορφιά της ελληνικής φύσης, και δη του Αιγαίου, -«θάλασσα», «βράχια», βρεμένα χαλίκια», «λιακάδα»- αλλά και με μια εσωτερική μελαγχολία –«Α, Ζωή παιδιού που γίνεται άντρας», καθώς το φυσικό τοπίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ηλικιακή εξέλιξη, αλλά και με τις αναμνήσεις του ποιητικού υποκειμένου που συνδέονται με τα νεανικά χρόνια, τον έρωτα και την αγάπη -«Στους όρμους γύρω από την αγάπη». Ο Ελύτης μοιάζει στο ποίημα αυτό να «παίζει» με την αντίστιξη ανάμεσα στην αιώνια ομορφιά της φύσης –«σε μια θάλασσα ανοιχτή κι ανέλεη»- και την ημερομηνία λήξης της ανθρώπινης ζωής –«Και στιγμών που δέθηκαν στο χώμα».
Παναγιώτης Σπανός
(Εργασία 2017-2018″ / Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο,
Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα: ΕΛΠ 30,
Γράμματα ΙΙ: Νεοελληνική Φιλολογία (19ος & 20ός αιώνας). Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία (19ος και 20ός αιώνας),
Καθηγητής-Σύμβουλος: Θεοδοσάτου-Κουτσαδέλη Παρασκευή.)
Παραπομπές:
1. Παρά τις αντιρρήσεις σημαντικών σχολιαστών για τον όρο «γενιά του ‘30», τον οποίο πρώτος εισήγαγε ο πεζογράφος Γιώργος Θεοτοκάς (1905-1966), εν τέλει αυτός έχει επικρατήσει αν και ο σχετικός επιστημονικός διάλογος και η έρευνα συνεχίζονται. Η προβληματική γύρω από τη χρήση του όρου συνίσταται στις γενικευτικές ή και υπερβολικά μονομερείς προσπάθειες προσδιορισμού των κεντρικών χαρακτηριστικών, αλλά και στον προσδιορισμό των ποιητών που τη συγκροτούν. Τάκης Καγιαλής, «Η μοντέρνα ποίηση και η γενιά του ’30» στο Λ. Βαρελάς κ.ά, Νεότερη Ελληνική Λογοτεχνία (19ος και 20ός αιώνας) Εγχειρίδιο Μελέτης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα, 2008, σσ. 339-341, σ. 344.
2. Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα, 2015, σσ. 282-283.
3. Καγιαλής, ό.π., σ. 345.
4. Ό.π., σ. 368.
5. Δημήτρης Δημηρούλης, «Το “Άξιον” της Ιστορίας και το “Εστί” της ρητορικής. Κριτική φαντασία σε τοπίο ελληνικό», στο Ανθολόγιο Κριτικών Κειμένων για τη Μελέτη της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (19ος και 20ός αιώνας), επίμ. Μιχάλης Μπακογιάννης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα, 2008, σ. 423.