Παρέμβαση της Όλγας Αχειμάστου (Ποιήτρια, γραμματέας του Πειραματικού Μουσείου Λογοτεχνείας), στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής «Ί χ ν η της σ ι ω π ή ς» του Αντώνη Σαμιωτάκη, που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 15 Μαΐου 2022 στην αίθουσα της Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών Ε.Ε.Λ. (Ακαδημίας & Γενναδίου 8, Αθήνα).

Όλγα Αχειμάστου
Παρέμβαση στην παρουσίαση, Κυριακή 15 Μαΐου 2022,
της ποιητικής συλλογής  «Ί χ ν η της σ ι ω π ή ς» του Αντώνη Σαμιωτάκη.

Αγαπητική ματιά στο έργο «Ίχνη της σιωπής» του Συγγραφέα,
Κριτικού Λογοτεχνίας και Τέχνης, Αντώνη Σαμιωτάκη
από την μαθήτριά του Όλγα Αχειμάστου

Μ’ ένα λυχναράκι στα χέρια του, κινά κάθε τόσο, ν΄ αφήσει το ερημητήριο του σφίγγοντας κάτω απ’ τις μασχάλες του περγαμηνές γραμμένες με ιδρώτα και στα α των λέξεων, στις οξείες και τα εισαγωγικά, που και που, έχει λίγο ξεθωριάσει το χρώμα, όμως φαίνεται ότι είν’ από αίμα. Ένα μακρύ κόκκινο κασκόλ παρασύρει μερικά πεσμένα βουκαμβιλολούλουδα, που ‘χουν πέσει στο πλακόστρωτο έξω απ’ τη σπηλιά του και δυο τρείς κουκουβάγιες πετούν απ’ τους ώμους του, που κάθονταν και τα μαλλιά του, και χάνεται στην γυριστή σκάλα πίσω του. Αυτός, δεν βγαίνει ποτέ απ’ το ερημητήριό του. Θεματοφύλακες της ζωής και του Μουσείου του. Το Μουσείο που το έκανε σπυρί-σπυρί για την Λογοτεχνία. Για τους άλλους. Για σένα. Για μένα. Για εκείνους και για όποιον μπορεί να αγαπήσει την ομορφιά.

ΑΣ… Σελίδα 7

Στα τρία αποσιωπητικά ξαπλώνει όλη η θάλασσα της ψυχικής του πλεύσης.

Το χέρι μου, ο προδότης μου.

Ο λόγος μου ποτέ δεν έγινε εγώ.

Οι άναρθρες κραυγές μου αν

Αποκρυπτογραφηθούν ίσως μιλήσουν..

Όσοι αληθινά μ’αναζητούν

(ας με συγχωρέσει εγώ προτάσσω το «αληθινά» γιατί αυτό αποζητώ)

καλύτερα ας ψάξουν τη σιωπή μου.

Έξι στίχοι, έξι αναγνωριστικές φωτεινές εικόνες στην εσωτερικότητα του ποιητή, που με συστολή ξεγυμνώνεται στον αναγνώστη.

Έξι προτροπές να διαβαστούν ακόμη και οι τελείες σαν ανάσες μέχρι να νοιώσεις τις λέξεις.

Ίχνη σιωπής. Η υπέροχη απεικόνιση του Θεόδωρου Σμυρνιού με τον ποιητή να κοιτά το βιβλίο του με την φιγούρα του απέξω (τι λογοτεχνικά χέρια Θεέ μου του Θόδωρα, να μπορεί να ζωγραφίζει τόσο ευκρινώς τα συναισθήματα και τις ηχηρές σκέψεις του Αντώνη Σαμιωτάκη), δεν υπολείπεται του υπέροχου εισαγωγικού ποιήματος του.

Γυρνώντας τη σελίδα εκεί, που ένας ήλιος ποίημα ανατέλλει στην ουσία προτρέπει στην παρατήρηση της απλότητας, που η Άνοιξη της ζωής στην πλάση φωτίζει ολοπόρφυρη την ομορφιά της.

Η ζωή κι η ομορφιά της αφήνει το περιστέρι, το γλυκό πουλί της νιότης να πετάξει σαν λεύτερο που του πρέπει.

Ο Ποιητής μιλά με τους στίχους του γλυκά, απλοϊκά όμως ομορφοπλεγμένα σαν άλλος Σοφός μιας ζωής, που την κάνουμε περίπλοκη παρασυρμένοι από τα πολλά που, σαν Σειρήνες τραγουδούν, μα τελικά ένα φυτράκι με την δύναμή του σου δείχνει το δρόμο. Ο ποιητής μιλά και μέσα απ’ τους χρωστήρες του φίλου ζωγράφου που του λέει την ιστορία του ποιήματος κι αυτός το απεικονίζει μέσα απ’ το βλέμμα της ζωής, που σαν την κοπέλα την όμορφη ελευθερώνει τη σκέψη, το λευκό πουλί προς τον κήπο με τα ρόδα (ζωγραφικό έργο σελίδα 8). Κι ενώ σταλάζει στάλα στάλα το νεράκι του, που μάζεψε απ’ τις βροχές της ζήσης του, μας αποκαλύπτει «ούτε γης, ουδέ φεγγάρι, χάος ούτε… Μια Θεία Χάρις  μόνον των Αχράντων Μυστηρίων. (Ποίημα Γένεσις Σελίδα 10).

Αυτή, που μύρωσε και την δική του μελάνη, τώρα που η Θεία Σοφία στεφάνωσε όλες τις στιγμές του. Σαν άλλος Παπαδιαμάντης ο κυρ Αντώνης δηλώνει θαυμαστής του θείου. Τι θαυμαστής λέω. Εραστής.

Εργάτης της ποίησης, αγαπητικός του άργου χρόνου που, μάλλιασε η γλώσσα του να μου το λέει, στο «Ένα ανεπαίσθητο.. (στη σελίδα 11) με 3 αποσιωπητικά, που σ’ αυτά αποσιωπητικά πάλι κρύβονται πόσα μυστικά έτοιμα ν’ ανασάνουν.

Ο ποιητής, παρότι άριστος χρήστης του εκφραστικού μέσου που λατρεύει, της λυρικής γλώσσας αναμετράται με το εσωτερικό μέτρο της επίδειξης της ικανότητας αυτής και παραμένει πιστός στις αρχές του. Της βαθειάς εσωτερικότητας και της υπηρεσίας της γλώσσας προς ψυχικήν καλλιέργεια και όχι απλή επίδειξη ικανότητας και πλούσιας χρήσης λυρικών επιθέτων, ουσιαστικών και ρημάτων.

 Υπηρέτης της καλλιεπούς χρησιμότητας εμφυσά ψυχήν ζώσαν στο ποίημα, όχι μόνο το δικό του αλλά και σε όλα αυτά τα «ένα ανεπαίσθητο΄΄΄» ποιήματα και χαρίζει στην ψυχή την στήριξη της παρουσίας του. Ένα ανεπαίσθητο μικρό πουλί, αυτό με τη ζώσα ανάσα του, να ανεβοκατεβαίνουν τα φτεράκια στο στήθος του καθώς δηλώνει την παρουσία του στην όραση του κάθε αναγνώστη.

Επιλέγει να γράφει χειρόγραφα και μετά, με την αξιοσύνη του Σμυρνιού, να κοσμεί τις σελίδες μέσα στη βίβλο του, γιατί έτσι το δόμησε το βιβλίο Ίχνη της Σιωπής, σα να ‘ναι Βίβλος με τις αλήθειες της, τις δυσκολίες της, τις ομορφιές και τα θαύματά της.

Με οδηγό την καλλιέπεια και τη μεγαλωσύνη της επίμονης θαυμαστής δημιουργίας της φύσης, προτρέπει στην παρατήρησή της και όχι μόνο, αλλά και στην μίμηση

«το κάνει κι ό Θεός με τη βροχή, τρελαίνεται και να την ακούει»

«ψαύσε την πέτρα μην τη φοβάσαι,

φίλα τη, ξάπλωσε πάνω της…»

«Κοίτα το δέντρο, μη σκεφτείς ότι ψηλώνει

  για να επιτεθεί στον ουρανό,

  το κάνει, για να ‘ναι πιο κοντά το ευχαριστώ του»

καταλήγοντας στο να σε προτρέπει

« να ζήσεις τη ζωή που σε περιμένει μην κιοτέψεις

 απ’ τα δάκρυα και τα υγρά τους σημάδια.»

Η παρουσία του θείου παντού τόσο αριστοτεχνική και άρτια, φυτρώνει σαν όμορφο κυκλάμινο με την απλότητα της αλήθειας, της παρουσίας του, που ο ποιητής την βιώνει σαν πατέρας του Όρους του κήπου Της.

Αποκαλύπτει ευθαρσώς ότι η δεντροστοιχία ποιημάτων που νοιώθει να εκκολάπτονται γεννήθηκε απ’ την ψυχή του, που πάει να σπάσει.

Και σκέφτομαι: Τι όμορφη ψυχή να γράφει τόσο ζωγραφιστά, που ούτε κι ο ζωγράφος Σμυρνιός να μην τον αντιγράφει. Βγάζει το παλιό προζύμι απ’ την πήλινη λεκάνη της μανούλας του και φουσκώνουν κάτι μυριστά τσουρέκια που λες τώρα, τώρα είναι Μέγα Σάββατο.

Βιώματα ξεπετάνε απ’ τι κόχες της καρδιάς του και σου σπάνε τη μύτη πορτοκαλόφλουδες που τις στύβεις και γιομίζει η όσφρηση σου έρωτα και νεράτζια που, απ’ την αψάδα  της πίκρας, σου ανακινούν μάχες ερωτικές ποιο θα επικρατήσει στη σμίλη του εγώ που πολλοί ονομάζουν αγάπη, το καλό ή το κακό.

Ντυμένος με τα νεοϋορκέζικα κουστούμια του γδύνει την ψυχή του στην ζωή.

Σε βαθειές ωκεάνιες οργιές βουτά την πένα του, που κάθε μέρα άλλη διαλέγει από το σεκρετεράκι του Μουσείου του, αμφισβητεί, γιατί ακόμη ψάχνει την καταγωγή του, την βαθύτερη. Αυτό το εσωτερικό, υπερκόσμιο, γενεαλογικό του δέντρο.

Τι να πει κάποιος που γυρνάει τις σελίδες και πιστεύει ότι, να εδώ τον έπιασα κι είν’ μικρός. Κι αυτός τους ήλιους μερεύει που βλέπουν τα σύννεφά τους και δεν αντέχουν να ειν’ μπροστά τους. (σελίδα 18) Που αυγές ελευθερώνει απ’ τον έρωτα των ποιητών.

Στην βαθειά του ενδοσκόπηση αναζητά τα άγια πλατειά του και τα μαύρα του βάθη και στην διείσδυση, στην σπηλιά του, το στόμα της κραυγής έχει ορίσει όχι οποιασδήποτε κραυγής, όμως αυτής του ζωγράφου Μούνκ, την εκλάληση του μέσα του πόνου, την «μαρμαρυγή που στάζει και μερμαίρει» που δίχως να το καταλάβει την έφερε ανεπαίσθητα στο κορμί του, όλο αυτό το μεγαλούργημα το βλέπει στην αγωνία του κύκνου του Ασελάϊν. Σελίδα 17. Ο διακαής του πόθος να ζωγραφίσει και η αυστηρή του κρίση για την ικανότητά του, αυτό πιστεύω ότι τον έκανε τόσο άριστο, να αποτυπώνει στο μελάνι πάνω στο χαρτί, ζωγραφικά αριστουργήματα.

«Κάποτε εφάνη

ο ένας του κρόταφος γυμνός με άνθη» Σελίδα 19

Υπερκερνώντας τον εαυτό του, νικώντας την ναρκισιστική, εγωιστική του υπεροχή που φυσιολογικά σου προσφέρει το σκουπόξυλο της ντυμένο σε άλογο, των αμέτρητων μπράβο και «άριστα παμψηφεί» συνεχίζει το ταξίδι του στην ενδοσκόπηση κι αυτή του χαρίζει την ερωτική επαφή με το χρόνο, που τον κάνει σύντροφο.

Μεγάλο πράγμα να μην τσιμπήσει ο ποιητής/λογοτέχνης  απ’ τα μπράβο των γύρω. Τον κάνει εξόχως καλύτερο στην έσω πτυχή του, που λιαίνει και την έξω του.

Κι ενώ μαθητεύω δίπλα του και διαπιστώνω με προσωπική δυσκολία ως ανυπόμονη, την διατριβή του σε σχέση με τον άργο χρόνο, μετά από 22 γεμάτες κρίνα και βιταμίνες, ζωγραφιές και εδέσματα σελίδες, ξεκινά το ποίημα απώλειες με τον στίχο στις χώρες του άργου χρόνου / της διευρυμένης διαύγειας / των τυφλών με αύρα που βλέπει/ φανερώνει όλα του τα μυστικά αυτός ο ποιητής. Μάλιστα επιδιώκει να τα επικοινωνήσει ελεύθερα, να χρωματίσει την ανθρώπινη γνώση, να αρωματίσει τις ζωές με το αγαπημένο άρωμα των ζουμπουλιών, που κάθε φορά του θυμίζει τον αγρό στο Κακοσάλεσι. Γιατί αυτός έχει υπογεγραμμένη συνθήκη ως ποιητής να προσδώσει ουμανιστικά στην αλλαγή του εγώ, γνωρίζοντας ότι από κει ξεκινά το κομμουνιστικό ταξίδι. Από το εγώ του καθ’ ενός στο λειαμένο σύνολο της κομμούνας.

Εκεί που ενώ «δραπετεύουν κιόλας ωραίοι με αχίλλεια τραύματα» σώζονται ως οι προσπαθήσαντες κι όχι οι αδιαφορούντες.

Όταν ο Πικάσο συλούσε μέσα σου το χρόνο (Σελίδα 24) ποιητή Αντώνη Σαμιωτάκη, εσένα οι ζωές σου καταγραφήκαν στο χαρτί απ’ τον φιλόσοφο Αντώνη, απ’ τον μουσικό Σαμιωτάκη και πολλαπλασιάστηκα οι δύο ζωές σου σε πολλές. Και τα μάτια μείναν δύο, συμμετρικά, στη θέση τους, σαν έργο του Τσαρούχη που, γνωρίζοντας ότι η σκάλα αυτή, η γυριστή στο αρχοντικό απέναντι της Ακρόπολης, το τραπεζάκι με τις ελιές και τον χαλβά απ’ τα Κούλουμα, το πολυκάταρτο καράβι στη θάλασσα κι ότι θαύμαζε με τα μάτια της ψυχής θα χάνονταν, τα ζωγράφισε έτσι όπως τα έβλεπε. Όπως κι ο Ποιητής.

Κάθε του ποίημα όπως το σαξόφωνο, σελίδα 25, το εωθινό σελίδα 26, σε ωθεί και με τα δύο του χέρια να κυλήσει στις κάμαρες του εαυτού σου για να τον δεις ολόματα και να μην πάρεις τα μάτια σου, να τον δεις και να τον αγκαλιάσεις, να το μπορέσεις, να τον συγχωρέσεις, να τον καλωσορίσεις στη νέα σου οδό σωτηρίας. Κάθε σελίδα και ένα βαθύ ταξίδι. Αναρωτιέσαι: Που βρίσκει αυτούς τους τίτλους, πού; Σελίδα 27

Ποίημα «Που έρχομαι» Μ΄ένα πόδι, μα με ολόκληρο φιλί. Ένα αριστούργημα αντίδωρο. Διαχέει την ύπαρξή του στην ζώσα φύση, ανασκαλεύει τα μπαουλάκια, που έχει στα σπήλαια με τους σταλακτίτες των θησαυρών μέσα του και μέσα απ’ τους ποταμούς λέξεων των αδύτων του, φτιάχνει αριστουργήματα από «λέξεις ολοπόρφυρες σαν αίλουρες μικρές αντιλόπες» για να μας τις χαρίσει. Προτάσσει τα χέρια του και μας προτρέπει, «πάρτε τα χέρια μου.

 Είμαι η αγάπη που έρχομαι.

 Μ’ ένα πόδι.

Τ’ άλλο γίνηκε φτερό.

Με συστολή και βαθειά επίγνωση της «χους ην» καταγωγής μας, περίτρανα φωνάζει με το δικό του τρόπο αυτόν της ποίησης, που τόσο αγαπητικά υπηρετεί, ότι μπορεί ο χους να βλαστίσει ζουμπούλια και φρέζες, μπορεί να ανυψωθεί ως τα μάτια των πουλιών και τα χερουβείμ ακόμα ακόμα.

Καληνύχτα

Υποδυόμενος τον άνθρωπο

Φόρεσε το ποιητικό του κουστούμι.

Έκανε πολλές δοκιμές.

Σταματούσε τη σκέψη

Για να χωρέσουν στην αυτόματη γραφή.

Βραβείο ένα, δύο, βραβεία πολλά.

Στο τέλος πείστηκε

και κορνίζωσε τον εαυτό του,

διαλαλώντας την αξία του.

Καληνύχτα.

 Όλγα Π. Αχειμάστου
(Ποιήτρια, γραμματέας του Πειραματικού Μουσείου Λογοτεχνείας)


«Ίχνη της σιωπής» Αντώνης Σαμιωτάκης – (Νέα Έκδοση 2021)

Παρουσίαση «Ίχνη της σιωπής» του Αντώνη Σαμιωτάκη – Ε.Ε.Λ. – Κυριακή 15/5/2022, 19:00

Κριτική Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου στα «Ί χ ν η της σ ι ω π ή ς» του Αντώνη Σαμιωτάκη

Χαιρετισμός Όλγας Κανελλοπούλου Ντινοδήμου στα «Ί χ ν η της σ ι ω π ή ς» του Αντώνη Σαμιωτάκη

Σχολιασμός Ευμορφίας Καλύβα στα «Ί χ ν η της σ ι ω π ή ς» του Αντώνη Σαμιωτάκη

Παρέμβαση της Όλγας Αχειμάστου στα «Ί χ ν η της σ ι ω π ή ς» του Αντώνη Σαμιωτάκη